Η πολύ υψηλή πιθανότητα ενός οριστικού ναυαγίου, το πολιτικό κόστος που αυτό θα συνεπάγονταν για την Λευκωσία, αλλά και οι οικονομικές επιπτώσεις σε μια συγκυρία που καλείται να διαχειριστεί και το «φιάσκο» του Βασιλικού, έγειραν τη ζυγαριά και κράτησαν τελικά ζωντανή την ηλεκτρική διασύνδεση.
Η χθεσινή συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του προέδρου της Κύπρου Νίκου Χριστοδουλίδη έστειλε ένα θετικό πολιτικό μήνυμα, και δρομολόγησε την λύση σοβαρών θεμάτων, ωστόσο παρέπεμψε για το μέλλον την οριστική επίλυση μιας σοβαρής εκκρεμότητας, την είσοδο της Κύπρου στο μετοχικό κεφάλαιο τoυ project, με 100 εκατ. ευρώ.
Η αναφορά στην κυπριακή ανακοίνωση ότι ο Πρόεδρος Χριστοδουλίδης «επιβεβαίωσε την πολιτική δέσμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας για συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο του έργου το συντομότερο δυνατόν», έχει τη σημασία της, ωστόσο δεν αλλάζει τη μεγάλη εικόνα. Η είσοδος της Κύπρου, η οποία θα έστελνε θετικά μηνύματα στους δυνητικούς επενδυτές και στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) που εξετάζει τη χρηματοδότηση του έργου, ύψους 500 εκατ. ευρώ, παραμένει ακόμη σε εκκρεμότητα.
Η οριστική απόφαση της Λευκωσίας τοποθετείται χρονικά «αφού ολοκληρωθεί η μελέτη της δέουσας επιμέλειας και η σύσταση εταιρείας ειδικού σκοπού, για την οποία βρίσκονται σε εξέλιξη προχωρημένες διαβουλεύσεις και με τρίτα κράτη», όπως αναφέρει η κυπριακή ανακοίνωση, γεγονός που μεταφράζεται, καλώς εχόντων των πραγμάτων, κάπου γύρω στο Δεκέμβρη.
Που μπήκαν οι «κόκκινες γραμμές»
Στην πρώτη ανάγνωση της πολιτικής συμφωνίας που κατέληξαν χθες οι δύο ηγέτες και με την αίρεση ότι δεν θα έχουμε εκπλήξεις όταν θα δημοσιοποιηθεί το τελικό κείμενο, το οποίο λέγεται ότι μπορεί να υπογραφεί και απόψε, προκύπτει ότι η Λευκωσία υπαναχώρησε από τουλάχιστον δύο αξιώσεις που είχε εγείρει τα τελευταία 24ωρα και αποτελούσαν «κόκκινες γραμμές» για την Αθήνα.
Η πρώτη αφορούσε την απόσυρση από το κείμενο της λέξης «μέχρι» 125 εκατ. ευρώ (25 εκατ. το χρόνο), στο σημείο που περιγράφονται τα ποσά, τα οποία θα μπορεί να ανακτά ο ΑΔΜΗΕ, κατά την φάση της κατασκευής, μέσω των λογαριασμών των κύπριων καταναλωτών. Η λέξη «μέχρι», που σήμαινε ότι το τελικό ποσό εναπόκειται κάθε φορά στη διακριτική ευχέρεια της κυπριακής πλευράς, έφυγε, και λέγεται ότι το τελικό κείμενο θα έχει τη σαφή δέσμευση για ανάκτηση 125 εκατομμυρίων.
Η δεύτερη επίμαχη πτυχή που είχε μπει αυθαίρετα τα τελευταία 24ωρα στο τραπέζι, μετά και τη συνεδρίαση του υπουργικού στη Λευκωσία, αλλά λέγεται ότι δεν τέθηκε χθες καν ως θέμα προς συζήτηση, αφορούσε την αξίωση ότι στο (υπαρκτό) σενάριο που το κόστος του έργου ξεπεράσει τον προϋπολογισμό των 1,94 δισ. ευρώ, η διαφορά θα επιμερίζεται 50%-50% στους καταναλωτές των δύο χωρών.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, τέτοια αξίωση νομικά δεν θα μπορούσε να σταθεί, αλλά ούτε και θα μπορούσε να την αποδεχτεί πολιτικά η ελληνική πλευρά για ένα έργο που ωφελεί κατά κύριο λόγο την Κύπρο. Αν ίσχυε κάτι τέτοιο, θα ανέτρεπε εντελώς την υφιστάμενη συμφωνία επιμερισμού του κόστους, 63% η Κύπρος, 37% η Ελλάδα, που αφορά κάθε τι γύρω από τη διασύνδεση και ισχύει από το 2017 με τη διασυνοριακή κατανομή κόστους του έργου (Cross Border Cost Allocation), γνωστή ως CBCA. Στη πράξη, θα παραβίαζε το ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τα διασυνοριακά έργα, παραμετροποιώντας τη συμφωνία του 2017, όπως λένε ανθρώποι με γνώση του αντικειμένου.
Σήμερα οι αποφάσεις της ΡΑΕΚ
Σε αυτό το σκηνικό, και πάντα με την επιφύλαξη ότι δεν έχει ακόμη δημοσιοποιηθεί η τελική συμφωνία, οι χθεσινές εξελίξεις δείχνουν ότι σε πολιτικό επίπεδο έγινε ένα βήμα προς τα μπροστά και η Λευκωσία δείχνει να ξεπέρασε το μέχρι τώρα πολιτικό της βραχυκύκλωμα στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Σήμερα, αναμένεται να συνεδριάσει η κυπριακή ρυθμιστική αρχή (ΡΑΕΚ) για να εγκρίνει το νέο ρυθμιστικό πλαίσιο στα σημεία που αφορούν την ανάκτηση από τον ΑΔΜΗΕ των 125 εκατομμυρίων, την παράταση από τα 12 στα 17 χρόνια του αυξημένου ποσοστού εγγυημένης απόδοσης 8,3% (premium WACC), πιθανότατα και το θέμα επιμερισμού του κόστους από ενδεχόμενη εμπλοκή του έργου λόγω του γεωπολιτικού ρίσκου. Η ελληνική πλευρά θέλει να προλάβει τους χρόνους, καθώς σήμερα 20 Σεπτεμβρίου εκπνέει η νέα προθεσμία από τη γαλλική κατασκευάστρια του καλωδίου Nexans.
Στο καλό σενάριο, που δεν υπάρξουν άλλες εκπλήξεις, τότε θα σταλεί σήμερα το πράσινο φως στη γαλλική Nexans για τη συνέχιση κατασκευής του καλωδίου. Αν και η γαλλική εταιρία δεν θα εγκατέλειπε εύκολα το έργο, καθώς έχει ήδη πολύ σημαντική έκθεση σε αυτό, επομένως αν το κάνει θα ζημιωθεί, αφού η σύμβαση των 1,4 δισ. του καλωδίου αντιπροσωπεύει περίπου το 20% του συνολικού ανεκτέλεστου υπόλοιπου της.
Στην Αθήνα επικρατεί συγκρατημένη αισιοδοξία, η κυβέρνηση τελεί εν αναμονή των σημερινών ρυθμιστικών αποφάσεων και ελπίζει ότι η Λευκωσία αντιλήφθηκε το χθεσινό μήνυμα που τέθηκε από τον Πρωθυπουργό σε πολύ υψηλό επίπεδο, πως η ελληνική πλευρά έχει εξαντλήσει τα περιθώρια των παραχωρήσεων και δεν μπορεί άλλο να πληρώνει μόνο ο Έλληνας φορολογούμενος για ένα έργο με βασικό ωφελούμενο τον κύπριο.
Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, αυτό που επίσης κατέστη σαφές στη κυπριακή πλευρά είναι ότι σε περίπτωση ναυαγίου, πέραν του ότι οι Βρυξέλλες θα ζητήσουν πίσω την επιδότηση των 657 εκατ. ευρώ, και των πολλών άλλων συνεπειών, είναι βέβαιο ότι η ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου, θα συνεχιστεί.
Στο σενάριο αυτό, πολύ δύσκολα θα βρεθεί άλλη εταιρεία να δεχτεί να μπει στη περιπέτεια ενός έργου με τέτοιο ιστορικό παλινωδιών, τόσα πολλά πολιτικά και γεωπολιτικά εμπόδια και τέτοιες τεχνικές δυσκολίες, με μήκος 900 χλμ, (το κομμάτι Κρήτη - Κύπρος) και βάθη έως και 3.000 μέτρα. Είναι κάτι που αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση Χριστοδουλίδη.
Πηγή: Euro2day