Υπέρ της Βρετανίας αποφάνθηκε το ανώτατο δικαστήριο της ΕΕ κατά την εκδίκαση προσφυγής της πρώτης εναντίον απόφασης των Βρυξελλών. Πρόκειται για υπόθεση που ανάγεται στην προ Brexit περίοδο και αφορά πολλά εκατομμύρια ευρώ.
Συγκεκρμένα, οι Βρυξέλλες είχαν δώσει εντολή στη Βρετανία να αποδώσει οφειλόμενους φόρους από εταιρείες όπως το Χρηματιστήριο του Λονδίνου, η ITV και άλλες πολυεθνικές, στις οποίες, σύμφωνα με την ΕΕ, η τότε βρετανική κυβέρνηση είχε εκχωρήσει φοροαπαλλαγές που έρχονταν σε αντίθεση με το ευρωπαϊκό δίκαιο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διατύπωσε το αρχικό της αίτημα το 2019, έναν χρόνο πριν η Βρερτανία αποχωρήσει επίσημα από την ΕΕ, σημειώνουν οι Financial Times.
Το Δικαστήριο της ΕΕ αποφάσισε: «Το Δικαστήριο ακυρώνει την απόφαση της Επιτροπής που κρίνει ορισμένους κανόνες του Ηνωμένου Βασιλείου σχετικά με τη φορολόγηση των ελεγχόμενων ξένων εταιρειών ως κρατικές ενισχύσεις ασυμβίβαστες με την εσωτερική αγορά και ακυρώνει την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου που επιβεβαιώνει την απόφαση αυτή».
Η αρχή ανταγωνισμού της ΕΕ ισχυρίστηκε ότι οι κανόνες των Ελεγχόμενων Ξένων Εταιρειών (CFC) που εφάρμοζε η Βρετανία με στόχο την προσέλκυση εταιρειών στη χώρα και την παροχή κινήτρων σε βρετανικές εταιρείες να παραμείνουν σε αυτήν, έδωσαν σε μια σειρά εταιρειών ένα παράνομο πλεονέκτημα.
Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπέρ της Βρετανίας
«Η Επιτροπή και το Γενικό Δικαστήριο υπέπεσαν σε πλάνη περί το δίκαιο, όταν διαπίστωσαν ότι οι κανόνες που ισχύουν για τους CFC αποτελούσαν το κατάλληλο πλαίσιο αναφοράς για να εξεταστεί εάν είχε χορηγηθεί ένα επιλεγμένο πλεονέκτημα», ανέφερε το δικαστήριο στην απόφασή του.
«Το Δικαστήριο υπενθυμίζει ότι η Επιτροπή (…) υποχρεούται καταρχήν να αποδεχθεί την ερμηνεία του κράτους μέλους για τις σχετικές διατάξεις του εθνικού του δικαίου, εκτός εάν μπορεί να αποδείξει ότι επικρατεί άλλη ερμηνεία στη νομολογία ή στη διοικητική πρακτική του κράτος μέλος», προστίθεται.
Η απόφαση είναι οριστική και
δεν μπορεί να ασκηθεί έφεση
Η -απερχόμενη πλέον- επικεφαλής της αντιμονοπωλιακής αρχής της ΕΕ, Μαργκρέτε Βεστάγκερ, είχε θέσει την καταστολή της φοροδιαφυγής στο επίκεντρο της δουλειάς της.
Η Επιτροπή δεν προσδιόρισε τις εταιρείες που επωφελήθηκαν από το καθεστώς. Ωστόσο, οι BBA Aviation, Chemring, Daily Mail, Diageo, Euromoney, Inchcape, Meggitt, Smith & Nephew και WPP έχουν αναφερθεί στην έρευνα της ΕΕ σύμφωνα με το Reuters.