Παρόλο που το αλάτι είναι ένα δημοφιλές καρύκευμα για όλα τα είδη τροφίμων, οι μελέτες διαχρονικά, δεν έχουν εντοπίσει ποτέ καμία θετική επίδρασή του στην υγεία και αυτό επιβεβαιώνεται και από την πιο πρόσφατη έρευνα: Η υψηλότερη συχνότητα προσθήκης αλατιού στα τρόφιμα σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο πρόωρης θνησιμότητας από κάθε αιτία και χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής σύμφωνα με μεγάλη έρευνα διάρκειας εννέα ετών, που δημοσιεύτηκε στο European Heart Journal.
Οι καταναλωτές που προσθέτουν πάντα αλάτι στο φαγητό τους έχουν 28% υψηλότερο κίνδυνο πρόωρου θανάτου σε σύγκριση με εκείνους που δεν προσθέτουν ποτέ αλάτι. Σύμφωνα με την έρευνα οι άνδρες που βάζουν πάντα αλάτι στο φαγητό τους χάνουν κατά μέσο όρο 2,3 χρόνια από τη ζωή τους, ενώ οι γυναίκες που προσθέτουν πάντα αλάτι, χάνουν κατά μέσο όρο 1,5 χρόνο.
Η μελέτη υποστηρίζει ότι η κατανάλωση περισσότερων φρούτων και λαχανικών μετριάζει τις παραπάνω αρνητικές επιπτώσεις. Για όσους έτρωγαν υψηλά επίπεδα φρούτων και λαχανικών, δεν υπήρχε σημαντική σχέση μεταξύ της χρήσης αλατιού και της αυξημένης θνησιμότητας.
Η κατανάλωση νατρίου έχει συσχετιστεί επανειλημμένα με προβλήματα υγείας , όπως καρδιακές παθήσεις, υψηλή αρτηριακή πίεση και εγκεφαλικό.
Τα δεδομένα προήλθαν από 501.379 άτομα που συμπλήρωσαν ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με τη συχνότητα προσθήκης αλατιού στα τρόφιμα στην UK Biobank, μια τεράστια βιοϊατρική βάση δεδομένων με πληροφορίες διαθέσιμες στους ερευνητές. Όσοι εργάστηκαν σε αυτό το έγγραφο παρακολούθησαν αυτούς τους ανθρώπους για ένα μέσο όρο εννέα ετών, παρακολουθώντας τις επιπτώσεις στην υγεία και τα ποσοστά θνησιμότητας.
Είναι πάντως αξιοσημείωτο ότι έρευνα του CDC διαπίστωσε ότι το 71% του αλατιού που τρώνε οι καταναλωτές βρίσκεται σε επεξεργασμένα τρόφιμα και τρόφιμα εστιατορίων και μόνο το 5% του αλατιού που καταναλώνεται προστίθεται στο τραπέζι. Ωστόσο, αν και το πρόσθετο αλάτι μπορεί να αντιπροσωπεύει μόνο ένα μικρό κλάσμα της ποσότητας που τρώνε οι καταναλωτές, μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά.