Οι χρήστες του ΤikTok στην Αλβανία αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην πρόσβαση στη δημοφιλή εφαρμογή σύντομων βίντεο μετά την απαγόρευση ενός έτους που τέθηκε σε ισχύ από την κυβέρνηση την Πέμπτη, με αφορμή τις ανησυχίες ότι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης τροφοδοτούν τη νεανική βία εντός και εκτός σχολείου.
Η κίνηση της Αλβανίας ακολουθεί τις απαγορεύσεις ή τις μερικές απαγορεύσεις σε τουλάχιστον 20 άλλες χώρες, εν μέσω ανησυχιών για ακατάλληλα βίντεο ή ανησυχιών για την ασφάλεια που συνδέονται με τον ιδιοκτήτη του TikTok ByteDance και την εγγύτητά του με την κινεζική κυβέρνηση, αναφέρει το Reuters.
Ορισμένοι χρήστες στην Αλβανία δήλωσαν ότι δεν μπορούσαν να έχουν πρόσβαση στην πλατφόρμα μέσω web browsers μετά το μεσημέρι.
«Βλέπω ότι το TikTok δεν είναι πλέον προσβάσιμο στο διαδίκτυο, αλλά η εφαρμογή εξακολουθεί να λειτουργεί, προς το παρόν», δήλωσε ο Ερμαλ Χόξα, 28 ετών, από τα Τίρανα. Κάθε φορά που προσπαθούσε να αποκτήσει πρόσβαση στον ιστότοπο, λάμβανε ένα μήνυμα σφάλματος: «Αυτή η ιστοσελίδα δεν είναι προσβάσιμη. Ελέγξτε αν υπάρχει κάποιο τυπογραφικό λάθος στο www.tiktok.com».
Παρόμοια προβλήματα αναφέρθηκαν και από άλλους χρήστες και κυβερνητικός αξιωματούχος δήλωσε στο Reuters ότι μετά τα web browsers η απαγόρευση θα επεκταθεί και στην εφαρμογή.
Αντιδράσεις
Η Εθνική Αρχή Κυβερνοασφάλειας της Αλβανίας (AKSK) διέταξε όλους τους παρόχους διαδικτύου στη χώρα να υποβάλουν γραπτή επιβεβαίωση ότι το TikTok θα απενεργοποιηθεί έως την Πέμπτη.
Η απόφαση για την απαγόρευση του TikTok ελήφθη τον περασμένο Δεκέμβριο, ένα μήνα μετά το μαχαίρωμα ενός 14χρονου αγοριού από έναν συμμαθητή του μετά από διαφωνίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Το TikTok είχε δηλώσει ότι ζητούσε περαιτέρω διευκρινίσεις από την αλβανική κυβέρνηση, καθώς τα ευρήματά της φέρεται να έδειχναν ότι «τα βίντεο που οδήγησαν σε αυτό το περιστατικό (το μαχαίρωμα) είχαν αναρτηθεί σε άλλη πλατφόρμα και όχι στο TikTok».
Ο Ιζα Μιζιράι , επικεφαλής της Ένωσης Δημοσιογράφων της Αλβανίας (AJA), δήλωσε ότι η ομάδα θα προσφύγει στο Συνταγματικό Δικαστήριο, υποστηρίζοντας ότι η απαγόρευση περιορίζει την ελευθερία της έκφρασης και συνιστά λογοκρισία.