Business Tech
Έρχονται τα εργοστάσια τσιπ - Ο ρόλος Μπάιντεν και Τραμπ
Έρχονται τα εργοστάσια τσιπ - Ο ρόλος Μπάιντεν και Τραμπ

Τη δέσμευση κορυφαίων κατασκευαστών τσιπ για νέα εργοστάσια επί αμερικανικού εδάφους, εξασφάλισε κατά τη θητεία της η κυβέρνηση Μπάιντεν. Με την κατασκευή εργοστασίων να μπορεί να διαρκέσει χρόνια, όμως, και εν μέσω ποικίλων καθυστερήσεων, είναι η κυβέρνηση Τραμπ που θα λάβει τα εύσημα για τις προσλήψεις εργατικού προσωπικού για τα εργοστάσια αυτά.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Τζο Μπάιντεν εξασφάλισε δεσμεύσεις από πέντε από τους κορυφαίους κατασκευαστές τσιπ παγκοσμίως -TSMC, Intel, Samsung, Micron και SK Hynix– να κατασκευάσουν εργοστάσια στις ΗΠΑ στο πλαίσιο μιας προσπάθειας για την ενίσχυση της παραγωγής της κρίσιμης τεχνολογίας. Τα τσιπ τροφοδοτούν μια μεγάλη ποικιλία προϊόντων, συμπεριλαμβανομένων των iPhones, των φορτηγών, των πλυντηρίων ρούχων και του στρατιωτικού εξοπλισμού.

Κονδύλια για τσιπ και
με νόμο από τον Μπάιντεν

Ωστόσο, πολλά από αυτά τα εργοστάσια βρίσκονται ακόμη σε διάφορα στάδια κατασκευής και σε ορισμένα θα περάσουν χρόνια μέχρι να αρχίσουν να παράγουν τσιπ. Μεγάλο μέρος των προσλήψεων για εργαζόμενους που θα έχουν ρόλο στην κατασκευή αυτών θα μπορούσε να γίνει υπό τον εκλεγμένο πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ ή μια μελλοντική κυβέρνηση, σύμφωνα με το  Business Insider.

Ο Τζεφ Κοχ, αναλυτής στην SemiAnalysis, εξήγησε πως η τρέχουσα κατασκευή εργοστασίων τσιπ στις ΗΠΑ έχει ήδη δημιουργήσει θέσεις εργασίας στον τομέα των κατασκευών. Ωστόσο, «η αναμενόμενη ώθηση στην απασχόληση στην κατασκευή ημιαγωγών δεν έχει υλοποιηθεί ακόμη», σημείωσε προσθέτοντας πως «οι θέσεις εργασίας στη μεταποίηση πιθανότατα θα πραγματοποιηθούν κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Τραμπ».

«Όσο περισσότερο διαρκεί η εκταμίευση των κονδυλίων και η πλήρης έναρξη των έργων, τόσο περισσότερο διαρκεί η πλήρης πρόσληψη προσωπικού για την κατασκευή των εγκαταστάσεων και τη στελέχωσή τους μόλις ολοκληρωθούν», υπογράμμισε και ο ο Στίβελ Έζελ, αντιπρόεδρος για την παγκόσμια πολιτική καινοτομίας στο Ίδρυμα Τεχνολογίας Πληροφοριών και Καινοτομίας, αναφερόμενος στη χρηματοδότηση του νόμου Chips Act που έχουν λάβει οι πέντε κορυφαίοι κατασκευαστές τσιπ – εκτός από άλλες εταιρείες ημιαγωγών – από την κυβέρνηση Μπάιντεν.

Θέσεις απασχόλησης
και καθυστερήσεις

Στις ΗΠΑ θα μπορούσαν να δημιουργηθούν περίπου 42.000 άμεσες θέσεις εργασίας στις εταιρείες που κατασκευάζουν αυτά τα εργοστάσια και 101.500 έμμεσες θέσεις εργασίας στους προμηθευτές των κατασκευαστών τσιπ, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε το 2021 από την Ένωση Βιομηχανίας Ημιαγωγών – μια εμπορική ένωση και ομάδα άσκησης πίεσης – η οποία ανέφερε ότι μια επένδυση ύψους 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων θα βοηθούσε στη δημιουργία περίπου 10 επιπλέον εργοστασίων τσιπ στις ΗΠΑ.

Βεβαίως, δεν είναι ασυνήθιστο τα οφέλη της πολιτικής πρωτοβουλίας ενός προέδρου να εμφανίζονται μετά την αποχώρηση του ηγέτη από το αξίωμα. Αυτή είναι μια πραγματικότητα που ο Μπάιντεν κατανοεί.

«Μεγάλο μέρος της δουλειάς που κάναμε γίνεται ήδη αισθητό από τον αμερικανικό λαό, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία δεν θα γίνει αισθητή, θα γίνει αισθητή τα επόμενα 10 χρόνια», είχε επισημάνει ο πρόεδρος Μπάιντεν τον Νοέμβριο για τις πολιτικές της κυβέρνησής του.

Επιπλέον, η κατασκευή εργοστασίων τσιπ είναι ιδιαίτερα περίπλοκη και συχνά χρειάζονται χρόνια για να ολοκληρωθούν αυτά τα έργα.

«Πρόκειται για την πιο πολύπλοκη τεχνολογία στον κόσμο», συμπλήρωσε και ο Τζλιμι Γκούντριτς, ανώτερος σύμβουλος τεχνολογικής ανάλυσης της RAND Corporation. «Μιλάμε για την παραγωγή τρανζίστορ – δισεκατομμύρια σε ένα μόνο τσιπ – το καθένα από αυτά είναι 20 έως 30.000 φορές μικρότερο από την ανθρώπινη τρίχα».

Οι κατασκευαστές αναμένεται να λάβουν μέρος των 39 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε κατασκευαστικά κίνητρα που συνδέονται με τον νόμο CHIPS, τον οποίο υπέγραψε ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν ως νόμο το 2022. Η κυβέρνηση Μπάιντεν προσπαθεί να οριστικοποιήσει τις συμφωνίες χρηματοδότησης πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του Τραμπ – ο οποίος έχει επικρίνει το σχετικό νόμο- τον Ιανουάριο.

Τα εργοστάσια τσιπ
έλουν το χρόνο τους

Ο Κοχ διευκρίνισε πως η TSMC με έδρα την Ταϊβάν άρχισε να προσλαμβάνει πάνω από δύο χρόνια πριν. Η εταιρεία αναμένεται να φτάσει σε πλήρη επίπεδα παραγωγής – το BI ανέφερε προηγουμένως ότι άρχισε ήδη να κατασκευάζει τσιπ για την Apple – στο πρώτο της εργοστάσιο στο Φοίνιξ στις αρχές του επόμενου έτους, αφού αντιμετώπισε κάποιες καθυστερήσεις.

Η TSMC προβλέπει ότι το δεύτερο και το τρίτο εργοστάσιό της με βάση το Phoenix θα αρχίσουν να παράγουν τσιπ το 2028 και μέχρι το τέλος της δεκαετίας, αντίστοιχα. Το δεύτερο εργοστάσιο είχε αρχικά προγραμματιστεί να λειτουργήσει το 2026.

Η Micron, η οποία εδρεύει στο Boise του Idaho, έχει πέντε εργοστάσια στα σκαριά – τέσσερα στο Clay της Νέας Υόρκης και ένα στο Boise. Το εργοστάσιο του Boise αναμένεται να ξεκινήσει την παραγωγή το 2026, δήλωσε η εταιρεία στο BI, αλλά τα εργοστάσια της Micron στο Clay έχουν αντιμετωπίσει κάποιες καθυστερήσεις.

Η SK Hynix, η οποία εδρεύει στη Νότια Κορέα, αναμένει να ξεκινήσει τη μαζική παραγωγή τσιπ στο εργοστάσιό της στο West Lafayette της Ιντιάνα το δεύτερο εξάμηνο του 2028. Η Samsung προβλέπει ότι θα ξεκινήσει την παραγωγή τσιπ στο εργοστάσιό της στο Τέιλορ του Τέξας το 2026. Τον Οκτώβριο, το Reuters ανέφερε ότι η Samsung ανέβαλε τη λήψη παραδόσεων εξοπλισμού παραγωγής τσιπ, επειδή δεν έχει ακόμη προσελκύσει μεγάλους πελάτες για το έργο.

Το Υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ δήλωσε ότι οι TSMC, Intel, Micron, Samsung, SK Hynix και TSMC είναι «πέντε από τους κορυφαίους και πιο προηγμένους κατασκευαστές τσιπ λογικής και μνήμης αιχμής στον κόσμο». Πρόσθεσε, δε, ότι η κατασκευή εργοστασίων τσιπ είναι ένα πολύ εντατικό και πολύπλοκο κατασκευαστικό έργο – και ότι συχνά χρειάζονται τρία έως πέντε χρόνια πριν τα εργοστάσια κατασκευαστούν πλήρως και λειτουργήσουν.

Αν και η δημιουργία θέσεων εργασίας στην αμερικανική παραγωγή ημιαγωγών θα ήταν καλή είδηση για όσους τελικά  καταλάβουν αυτούς τους ρόλους, ο Κρις Μίλερ, μη μόνιμος ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute που επικεντρώνεται στους ημιαγωγούς, εξήγησε στο BI ότι πιστεύει ότι ο κύριος στόχος της κυβέρνησης Μπάιντεν ήταν να ενισχύσει την αμερικανική παραγωγή τσιπ. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να βοηθήσει στη διασφάλιση των αμερικανικών αλυσίδων εφοδιασμού και να καταστήσει τη χώρα λιγότερο εξαρτημένη από τα προηγμένα τσιπ που κατασκευάζονται στην Ταϊβάν.
«Το ζητούμενο είναι να έχουμε περισσότερη κατασκευή τσιπ, η οποία θα έρθει κυρίως τα επόμενα χρόνια», κατέληξε.