Την ώρα που οι Βρυξέλλες προσπαθούν να πείσουν ότι η αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης χρειάζεται οικονομική στήριξη που θα επιβαρύνει τα κράτη μέλη, ο κλάδος παρουσιάζει κέρδη ρεκόρ μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτή η ασυμβατότητα, υπονομεύει τους θιασώτες της παροχής οικονομικής ενίσχυσης της πολεμικής βιομηχανίας.
Χαρακτηριστική ήταν η τοποθέτηση του Tobias Cremer, γερμανού ευρωβουλευτή από την πτέρυγα των σοσιαλδημοκρατών, μιλώντας στην υποεπιτροπή άμυνας και στην επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων του Κοινοβουλίου: «Δεν θέλω να έχω την ευθύνη τα χρήματα των φορολογουμένων να καταλήξουν να επιδοτούν κέρδη για τις επιχειρήσεις».
Από την άλλη μεριά, η Κομισιόν, διά στόματος της επανεκλεγείσας προέδρου της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, κραδαίνει τις «άνευ προηγουμένου αυξανόμενες απειλές που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή ασφάλεια» κάνοντας λόγο για ανάγκη πρόσθετων 500 δισ. ευρώ σε αμυντικές επενδύσεις μέσα στην επόμενη δεκαετία.
Δεν είναι ξεκάθαρο πώς θα συγκεντρωθούν αυτά τα χρήματα — από εθνικούς προϋπολογισμούς, από τον πολυετή προϋπολογισμό της ίδιας της ΕΕ ή από την έκδοση ομολόγων που υποστηρίζονται από τα 27 κράτη μέλη του μπλοκ. Αυτό είναι το κομβικό σημείο στο οποίο τα κέρδη των αμυντικών εταιρειών μπαίνουν εμπόδιο στην προσπάθεια όσων υποστηρίζουν τον δανεισμό ως στήριξη για την αύξηση των επενδύσεων στην κατασκευή όπλων.
«Οι εταιρείες χρειάζονται παραγγελίες, όχι χρήματα», τόνισε ένας διπλωμάτης από μια σκανδιναβική χώρα που αντιτίθεται στα κοινά αμυντικά ομόλογα, σύμφωνα με το Politico.
Μιλώντας με αριθμούς
Το εννιάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου, η γαλλική βιομηχανία Thales ανέφερε αύξηση πωλήσεων κατά 6,2% στα 14 δισεκατομμύρια ευρώ σε ετήσια βάση, που προήλθε κυρίως από τον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας.
Την ίδια περίοδο, η σουηδική Saab είδε τις παραγγελίες της να αυξάνονται κατά 71% στα 6,9 δισ. ευρώ.
Η γερμανική Rheinmetall ανακοίνωσε ότι «αύξησε σημαντικά τις πωλήσεις και τα λειτουργικά της αποτελέσματα» το δεύτερο τρίμηνο του έτους και προέβλεψε πωλήσεις ρεκόρ 10 δισεκατομμυρίων ευρώ και περιθώριο λειτουργικού κέρδους 14% έως 15% για ολόκληρο το έτος.
Η ιταλική Leonardo σημείωσε διψήφια ανάπτυξη το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους, οι παραγγελίες της αυξήθηκαν κατά 18,8% στα 10,3 δισ. ευρώ και το καθαρό της αποτέλεσμα ήταν 555 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση 166,8% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023. Μάλιστα, ο CEO της εταιρείας, Roberto Cingolani, δήλωσε τον Φεβρουάριο: «Βρισκόμαστε μπροστά σε ένα ειδικό παράθυρο ευκαιρίας, καθώς η αμυντική βιομηχανία αποτελεί πλέον μέρος της παγκόσμιας ασφάλειας».
Και αυτή είναι μόνο η αρχή, θα μπορούσε να πει, δε, με ανάλυση της Vertical Research Partners για τους Financial Times, οι 15 κορυφαίοι κατασκυαστές αμυντικών συστημάτων στον κόσμο προβλέπεται να καταγράψουν ελεύθερες ταμειακές ροές ύψους 52 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2026, σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με το 2021.
Κριτική
Αυτά τα κέρδη είναι τόσο υψηλά που τα επικαλέστηκε ο ιταλός υπουργός Οικονομικών Τζιανκάρλο Τζορτζέτι, εισηγούμενος τη φορολόγηση των απροσδόκητων εταιρικών κερδών.
Η Ουκρανία ρυθμίζει τα κέρδη που μπορούν να αποκομίσουν οι εταιρείες από την παραγωγή που συνδέεται με κρατικές παραγγελίες — αλλά αυτό προβληματίζει ορισμένους, ότι υπονομεύει τα αποτελέσματα της αμυντικής βιομηχανίας και ότι περιορίζει την ικανότητά τους να επενδύσουν.
Ακόμη και στις ΗΠΑ, δεν μπορούν να «κάνουν τα στραβά μάτια» μπροστά στα υπερκέρδη των κατασκαυστών όπλων. Ο υπουργός Ναυτικού Κάρλος Ντελ Τόρο τους κατήγγειλε ότι χρησιμοποιούν τα απροσδόκητα κέρδη τους για να ενισχύσουν τις τιμές των μετοχών μέσω επαναγορών. «Συνολικά, πολλοί από εσάς πραγματοποιείτε κέρδη-ρεκόρ, όπως αποδεικνύεται από τις τριμηνιαίες οικονομικές καταστάσεις σας», είπε απευθυνόμενος σε εκπροσώπους του κλάδου τον Φεβρουάριο.
Τους επέκρινε, ακόμη, λέγοντας: «Δεν μπορείτε να ζητάτε από τον Αμερικανό φορολογούμενο να κάνει μεγαλύτερες δημόσιες επενδύσεις ενώ συνεχίζετε να αυξάνετε τις τιμές των μετοχών σας μέσω εξαγορών μετοχών, αναβολής των επενδύσεων κεφαλαίου που έχετε υποσχεθεί και άλλων λογιστικών ελιγμών», είπε.
Από την άλλη μεριά, όπως γράφει το Politico, οι ευρωπαϊκές αμυντικές βιονηχανίες επενδύουν. Και συχνά χωρίς να έχουν εξασφαλίσει κρατικές παραγγελίες.
«Πολλές ευρωπαϊκές αμυντικές εταιρείες έχουν ήδη επενδύσει σημαντικά για να επεκτείνουν τις παραγωγικές τους ικανότητες τα τελευταία χρόνια, αναλαμβάνοντας επιχειρηματικό ρίσκο στο όριο του δυνατού χωρίς την άμεση διασφάλιση των παραγγελιών», δήλωσε ο Jan Pie, γενικός γραμματέας της Ευρωπαϊκής Ενωσης Βιομηχανιών Αεροδιαστημικής, Ασφάλειας και Άμυνας.
Μείωση κόστους
Μια απάντηση στα κέρδη του κλάδου είναι να μειωθούν τα ποσά που πληρώνουν οι κυβερνήσεις για εξοπλισμούς, ειδικά προωθώντας κοινές αγορές και ενσωματώνοντας μια ιστορικά πολύ διασπασμένη αμυντική αγορά.
Τα υψηλά κέρδη και οι υψηλές τιμές των μετοχών δείχνουν ότι υπάρχει «ένα ισχυρό επιχείρημα για την ολοκλήρωση της ευρωπαϊκής αγοράς. Καθώς ενσωματώνετε την αγορά, καταρχήν, θα πρέπει να βλέπετε περισσότερο ανταγωνισμό και καθώς βλέπετε περισσότερο ανταγωνισμό, θα πρέπει να δείτε τον ανταγωνισμό να μειώνει τα υπερβολικά κέρδη», δήλωσε ο Guntram Wolff, ανώτερος συνεργάτης στο think tank Bruegel στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με το Politico.
Την άποψη αυτή συμμερίζεται ο υποψήφιος Επίτροπος Άμυνας και Διαστήματος Andrius Kubilius: «Οι τιμές ξεπερνούν το ταβάνι», δήλωσε στο Politico, αλλά πρόσθεσε ότι οι κανονισμοί της ΕΕ, όπως το προσχέδιο του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Αμυντικής Βιομηχανίας (EDIP) στοχεύουν στο να δώσουν κίνητρα για κοινές αγορές. «Οι κοινές προμήθειες μπορούν να μειώσουν τις τιμές», σημείωσε.