Με την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού στο οποίο μεγάλωσαν συνδέουν δεδομένα της Eurostat τον κίνδυνο φτώχειας για άτομα που είναι σήμερα ενήλικες, καθώς το ποσοστό όσων διατρέχουν κίνδυνο φτώχειας και προέρχονται από φτωχά νοικοκυριά είναι σχεδόν το διπλάσιο από το ποσοστό μεταξύ όσων προέρχονται από νοικοκυριά με καλύτερη οικονομική κατάσταση. Η τάση αυτή παρατηρείται σε όλη την ΕΕ, μεταξύ άλλων και στην Κύπρο όπου το πρώτο ποσοστό είναι υπερδιπλάσιο.
Στην ΕΕ, το 20,0% των ενηλίκων ηλικίας 25 έως 59 ετών οι οποίοι ανέφεραν σήμερα ότι η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους ήταν κακή όταν ήταν 14 ετών, το 2023 διέτρεχαν κίνδυνο φτώχειας. Συγκριτικά, κίνδυνο φτώχειας το 2023 διέτρεχε το 12,4% εκείνων που χαρακτήριζαν την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους στην ηλικία αυτή ως καλή.
Στην Κύπρο, το 20,6% όσων ανέφεραν πως η οικονομική κατάσταση στο νοικοκυριό όπου μεγάλωσαν ήταν κακή διέτρεχαν τον κίνδυνο φτώχειας, σε σύγκριση με μόλις 9,7% μεταξύ όσων μεγάλωσαν σε καλές οικονομικές συνθήκες.
Διαβάστε επίσης: ΥΠΟΙΚ για νέο πακέτο στήριξης: Εντός Νοεμβρίου ανακοινώσεις για ακρίβεια
Σύμφωνα με την Eurostat, τη στατιστική υπηρεσία της ΕΕ, τα στοιχεία αυτά δείχνουν ότι η κοινωνικοοικονομική και οικονομική κατάσταση κατά την εφηβεία μπορεί να επηρεάσει το βιοτικό επίπεδο στην ενήλικη ζωή.
Σε επίπεδο κρατών μελών, η μεγαλύτερη διαφορά στον κίνδυνο φτώχειας ανάλογα με την οικονομική κατάσταση στην οποία μεγάλωσε κάποιος καταγράφεται στη Βουλγαρία, όπου το 48,1% όσων ανέφεραν κακή οικονομική κατάσταση στο νοικοκυριό τους γύρω στην ηλικία των 14 ετών αντιμετώπιζαν κίνδυνο φτώχειας, σε σύγκριση με το 14,4% όσων ανέφεραν καλή οικονομική κατάσταση.
Η δεύτερη μεγαλύτερη διαφορά καταγράφηκε στη Ρουμανία (42,1% και 14,6%) και η τρίτη στην Ιταλία (34,0% σε σύγκριση με 14,4%).
Αντίθετα, η Δανία ήταν η μόνη χώρα όπου οι ενήλικες που ζούσαν σε οικονομικά μειονεκτούντα νοικοκυριά δεν αντιμετώπιζαν υψηλότερο κίνδυνο φτώχειας αργότερα σε σχέση με όσους μεγάλωναν σε νοικοκυριά με καλή οικονομική κατάσταση (8,5% και 8,9% αντίστοιχα).
Οι διαφορές μεταξύ των 2 ομάδων ήταν επίσης μικρές στη Σλοβενία (10,9% και 10,4%) και τη Φινλανδία (10,1% και 9,2%).