Οι τελευταίες εβδομάδες θα μπορούσαν να περάσουν στην ιστορία σαν το «σημείο καμπής» των λεγόμενων Big Tech. Μόνο τις τελευταίες ημέρες η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε την επικύρωση υψηλότατων προστίμων στις Google και Apple για μονοπωλιακές πρακτικές ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες άνοιξε μία ακόμη, η τρίτη, αντιμονοπωλιακή έρευνα εναντίον της Google.
Νωρίτερα μέσα στο καλοκαίρι Αμερικανός ομοσπονδιακός δικαστής απεφάνθη ότι η μηχανή αναζήτησης της Google κατέχει παρανόμως το μονοπώλιο της σχετικής αγοράς, η FTC (Federal Trade Commission) ξεκίνησε μια έρευνα-ορόσημο για τις ψηφιακές διακρίσεις στις τιμές σε βάρος ιδιωτών στο διαδίκτυο και η υπουργός Εμπορίου Τζίνα Ραϊμόντο – που συχνά θεωρείται ένα από τα πιο φιλικά προς τις επιχειρήσεις μέλη της κυβέρνησης Μπάιντεν – έδωσε μια ισχυρή υποστήριξη στον αγώνα κατά της μονοπωλιακής δύναμης στο Εθνικό Συνέδριο των Δημοκρατικών.
Δικαστικές ήττες
δισεκατομμυρίων
Πέρα από όλα τα παραπάνω δεν θα πρέπει να ξεχνάμε την υπόθεση της σύλληψης και κράτησης του ιδρυτή του Telegram, Πάβελ Ντούροφ, από τις γαλλικές Αρχές. Επιπλέον, η Τέιλορ Σουίφτ ανακοίνωσε ανοικτά τη στήριξή της στην υποψήφια των Δημοκρατικών, Κάμαλα Χάρις, σε μια ανάρτηση με την οποία απέρριπτε την διαδικτυακή παραπληροφόρηση, μετά την αναδημοσίευση από τον Τραμπ των AI deepfakes της με τα οποία εμφανιζόταν να τον υποστηρίζει.
Σύμφωνα με τους Financial Times όλα τα παραπάνω αποτελούν μία «νίκη» επί των επιχειρημάτων που προβάλλονται από τη δεκαετία του 1990 από τις μεγαλύτερες τεχνολογικές πλατφόρμες προκειμένου να εδραιώσουν την εξουσία τους, αν και θα χρειαστούν ακόμη αρκετά χρόνια για να δημιουργηθούν οι ρυθμιστικές δομές και οι νομοθετικές λύσεις που απαιτούνται για να τεθούν πραγματικά οι ψηφιακές πλατφόρμες ξανά στην υπηρεσία του μέσου πολίτη.
Οι Big Tech δεν
είναι κάτι ξεχωριστό
Το δημοσίευμα υποστηρίζει ότι έχει πλέον γίνει απόλυτα ξεκάθαρο ότι οι Big Tech δεν είναι κάτι ξεχωριστό από την υπόλοιπη βιομηχανία και ως εκ τούτου δεν θα πρέπει να ισχύουν ειδικοί κανόνες για αυτούς. Επιπλέον, το ψηφιακό εμπόριο και οι ψηφιακές επικοινωνίες θα πρέπει να ακολουθούν τις ίδιες κατευθυντήριες γραμμές που ισχύουν για κάθε βιομηχανία.
Όλα αυτά ξεκίνησαν με τις δύο ομοσπονδιακές αποφάσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες που έκριναν ότι η Google αποτελεί παράνομο μονοπώλιο. Η τρίτη υπόθεση της Google, η οποία ξεκίνησε την περασμένη Δευτέρα, θα προχωρήσει ακόμα παραπέρα, ρίχνοντας νέο φως στον τρόπο που λειτουργεί η διαδικτυακή διαφήμιση.
Αυτή η υπόθεση, σύμφωνα με τους Financial Times, ενδέχεται να αναδείξει την ασυμμετρία ισχύος που υπάρχει μεταξύ της Google και των δημιουργών περιεχομένου και των διαφημιστών, καθώς και το πώς ο καπιταλισμός της επιτήρησης στο σύνολό του έχει δημιουργήσει τις απαραίτητες συνθήκες για τις εταιρείες όλων των τύπων να κάνουν αλγοριθμικές διακρίσεις εις βάρος των ίδιων των πελατών τους.
Η ικανότητα επιτήρησης της Google επί των εκδοτών και των διαφημιζόμενων της επιτρέπει να υποτιμά δυνητικά τα διαφημιστικά ποσοστά διαφόρων ανταγωνιστών προκειμένου να ενισχύσει τη δική της διαφημιστική επιχείρηση. Όμως η επιτήρηση της Google δεν περιορίζεται μόνο στους ίδιους τους διαφημιζόμενους. Ως ψηφιακός μεσάζων, μπορεί να συλλέγει πληροφορίες σχετικά με σχεδόν όλα όσα κάνουμε στο διαδίκτυο – εργαζόμαστε, παίζουμε, έχουμε πρόσβαση σε κυβερνητικές υπηρεσίες, μιλάμε με τους γιατρούς μας, τις οικογένειές μας και τις τράπεζές μας, κλείνουμε διακοπές, αγοράζουμε σπίτια, σπουδάζουμε.
Αυτές οι πληροφορίες μπορούν στη συνέχεια να χρησιμοποιηθούν από τους διαφημιστές για να μας δώσουν διαφορετικές τιμές για διαφορετικά προϊόντα και υπηρεσίες. Έχετε νιώσει ποτέ ότι ίσως χρεώνεστε περισσότερο για ξενοδοχεία, για παράδειγμα, επειδή είστε επαγγελματίας ταξιδιώτης που έχει συνηθίσει να πληρώνει ολόκληρο το κόστος σε λογαριασμό εξόδων; Πιθανόν να το κάνετε, και, αν είναι έτσι, αυτό είναι παράνομο, καταλήγουν οι Financial Times.
Όπως το έθεσε η FTC σε πρόσφατη δήλωσή της, με την οποία ξεκίνησε μια βαθιά έρευνα για τις αλγοριθμικές διακρίσεις τιμών, ενώ η διαφανής χρήση των ελεύθερα δοσμένων πληροφοριών για την τιμολόγηση προϊόντων και υπηρεσιών είναι φυσιολογική, «τώρα η συλλογή δεδομένων έχει γίνει κοινή σε όλες τις συσκευές, από τα έξυπνα αυτοκίνητα μέχρι τις ρομποτικές ηλεκτρικές σκούπες και τα τηλέφωνα στις τσέπες μας. Πολλοί καταναλωτές σήμερα δεν γνωρίζουν ενεργά ότι οι συσκευές τους συλλέγουν συνεχώς δεδομένα γι’ αυτούς και ότι τα δεδομένα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να τους χρεώσουν περισσότερα χρήματα για προϊόντα και υπηρεσίες. Η πανάρχαια πρακτική της στοχευμένης τιμολόγησης δίνει τώρα τη θέση της σε ένα νέο σύνορο, την τιμολόγηση υπό επιτήρηση».
Το Project Gretzky
Η νέα έρευνα συμβαδίζει με αρκετές υποθέσεις του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης που έχει αναλάβει ο κορυφαίος αντιμονοπωλιακός ελεγκτής των ΗΠΑ Τζόναθαν Κάντερ, ο οποίος έχει ασκήσει αριθμό ρεκόρ ελέγχων κατά τη διάρκεια της θητείας του. Πιο σημαντική από το εύρος είναι η προσέγγιση. Το υπουργείο προχώρησε σε θέματα όπως η αλγοριθμική τιμολόγηση προτού οι ιδιώτες καταφέρουν να δημιουργήσουν ένα σώμα δικαστικών νικών σε κατώτερα δικαστήρια που θα δυσχέραινε κάτι τέτοιο, σημειώνουν οι Financial Times.
Το 2022, ο Κάντερ εγκαινίασε αυτό που ονομάζει Project Gretzky, το οποίο πήρε το όνομά του από τον πάικτη χόκεϊ επί πάγου Γουέιν Γκρέτκσι, επειδή, όπως λέει, «αυτό που έκανε τον Γκρέτκσι σπουδαίο είναι ότι κάνει πατινάζ όχι εκεί που είναι ο δίσκος [του χόκεϊ], αλλά εκεί που πρόκειται να πάει». Όταν έχετε να κάνετε με μεγάλες τεχνολογικές πλατφόρμες που μπορούν να αξιοποιήσουν το φαινόμενο του δικτύου για να δημιουργήσουν ανταγωνιστικές τάφρους γύρω από τομείς εντελώς έξω από τους δικούς τους κλάδους – όπως η υγειονομική περίθαλψη, τα παντοπωλεία, τα αυτοκίνητα ή η τεχνητή νοημοσύνη – αυτό το είδος πρόβλεψης είναι ζωτικής σημασίας.
Μακροχρόνια
σύγκρουση
Θα χρειαστούν χρόνια για να ανακηρυχθεί νικητής, καθώς οι μάχες διεξάγονται σε μεμονωμένες περιπτώσεις σε κλάδους από το λιανικό εμπόριο έως τη γεωργία, τη στέγαση έως την ασφάλιση. Αυτές οι μάχες θα συμπλέουν με άλλους τομείς πολιτικής, όπως η αναμόρφωση του παγκόσμιου εμπορικού συστήματος και η υιοθέτηση νέων ψηφιακών εμπορικών κανόνων, ή με ζητήματα εθνικής ασφάλειας (η ψηφιακή κατασκοπεία και τα σημεία απομόνωσης αποτελούν μείζονα ανησυχία για πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο).
Παρόλα αυτά, το σημείο καμπής είναι σαφές. Και ενώ η Κάμαλα Χάρις έχει δείξει συμπάθεια προς τη Σίλικον Βάλεϊ, είναι πολύ πιθανό ότι οι ρυθμιστικές προσπάθειες θα συνεχιστούν αν κερδίσει, εν μέρει λόγω της ανησυχίας της για τις πολιτικές ελευθερίες και τις διακρίσεις, σημειώνουν οι Financial Times. Το επιχειρηματικό μοντέλο των Big Tech επέτρεψε στα άτομα να τεμαχίζονται, να κόβονται σε κύβους και να υφίστανται διακρίσεις με μυριάδες τρόπους. Αυτό αρχίζει τώρα να αλλάζει.