Για πάνω από 800 χρόνια, η ιστορική αγορά της Βαρκελώνης, La Boqueria (επισήμως Mercat de Sant Josep), είναι σημείο αναφοράς για τους ντόπιους, αλλά και τους τουρίστες.
Από το 1217 εκεί χτυπά η καρδιά του εμπορίου για αγροδιατροφικά προϊόντα. Στους πολύχρωμους πάγκους της μπορεί κανείς να βρει και του πουλιού το γάλα. Από χοιρομέρι και jamon μέχρι κρέατα που δύσκολα βρίσκει κανείς σε συμβατικά καταστήματα, όπως αγριογούρουνο, φασιανό, χήνα, αλλά και εξωτικά φρούτα, κρασιά, ακόμη και βρώσιμα έντομα και ό, τι μπορεί να ζητήσει ο πιο απαιτητικός μάγειρας.
Για αιώνες ήταν σημείο συνάντησης, δημόσιων συζητήσεων και καθημερινού κουσκούς. Οι άνθρωποι που το επισκέπτονταν άνοιγαν τα πορτοφόλια, αλλά και τις καρδιές τους μπροστά από χρώματα και μυρωδιές που διεγείρουν τον ουρανίσκο και ξυπνούν τις αισθήσεις.
Τον προηγούμενο μήνα ψηφίστηκε ως η καλύτερη στον κόσμο από το περιοδικό Food & Wine, προσπερνώντας τη Marché des Enfants Rouges του Παρισιού και το Campo de’ Fiori της Ρώμης. Η διάκριση αυτή μοιάζει να χλευάζει τους κατοίκους, οι οποίοι εγκαταλείπουν εδώ και πολύ καιρό τη διάσημη αγορά στα εκατομμύρια τουριστών που επισκέπτονται την πόλη κάθε χρόνο. Από την άλλη μεριά, ποιος μπορεί να τους κατηγορήσει, όταν η τουριστική αξιοποίηση αποφέρει μεγαλύτερο κέρδος από τις ντομάτες, γράφει ο Guardian. Πλέον, όλο και περισσότεροι πάγκοι πωλούν φρουτοσαλάτα σερβιρισμένη σε πλαστικά σκεύη, το ισπανικό jamón serrano πρόχειρα τυλιγμένο σε χαρτί και προπαρασκευασμένη σαγκρία. Και, μπορεί να επιμένει ακόμη ένας πωλητής πάπιας barbary και φουά γκρα και ένας ακόμη φρέσκων βοτάνων και άγριων μανιταριών, όμως, η συνολική εικόνα συνηγορεί ότι για τους σεφ και για τους λάτρεις του φαγητού, η αγορά είναι, από κάθε άποψη, ιστορία: τουριστικό αξιοθέατο και ινσταγκραμική τοποθεσία.
Τώρα, μάταια η δημοτική αρχή προσπαθεί να αποτρέψει τους τουρίστες από το να συρρέουν για φωτογράφηση στην αγορά και να τους υπενθυμίζει ότι η βασική της λειτουργία είναι (;) η πώληση τροφίμων.
Γερνούν οι παλιοί,
αλλάζουν οι νέοι
Ωστόσο, δεν είναι μόνο η Boqueria, αλλά συνολικά οι αγορές σε ολόκληρη την Ισπανία που απειλούνται με εξαφάνιση και μετατρέπονται όλο και περισσότερο σε χώρους εστίασης τύπου street food, παρά σε χώρους πώλησης πρώτων υλών. Και όχι μόνο λόγω του τουρισμού, τονίζει στο άρθρο του ο Guardian. Είναι θλιβερό να βλέπει κανείς ότι η πλειονότητα των πελατών σε οποιαδήποτε αντίστοιχη αγορά στη χώρα είναι ηλικιωμένοι άνθρωποι. Ελάχιστοι νέοι τις επιλέγουν για τις αγορές τους, είτε γιατί δεν μαγειρεύουν όσο οι μεγαλύτεροι είτε γιατί βρίσκουν ότι κερδίζουν χρόνο και χρήματα στο σούπερ μάρκετ.
Αλλά, και οι έμποροι που δραστηριοποιούνται στις ανοιχτές αγορές γερνούν επίσης και τα παιδιά τους σπάνια επιλέγουν να αναλάβουν την οικογενειακή επιχείρηση. Πολλοί πάγκοι έχουν κλείσει επειδή οι ιδιοκτήτες συνταξιοδοτούνται και κανείς στην οικογένεια δεν θέλει να συνεχίσει την επιχείρηση.
Μια φορά τον χρόνο, το δημοτικό συμβούλιο της Βαρκελώνης δημοπρατεί προς ενοικίαση τους κενούς πάγκους σε όλη την πόλη. Φέτος, από τις 104 κενές θέσεις που προσφέρονται, μόνο 12 είχαν ζήτηση.
Από το 2000, από τις αγορές της Βαρκελώνης έχουν εκλείψει περισσότεροι από 2.000 πάγκοι τροφίμων, παρά το γεγονός ότι ο δήμος διαθέτει εκατομμύρια για την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων της αγοράς σε μια προσπάθεια να τις κάνει πιο ελκυστικές.
Για να θυμούνται οι παλιοί…
Εξάλλου, είναι αλήθεια ότι για να ψωνίσει κανείς σε μια τέτοια αγορά απαιτείται χρόνος και υπομονή. Και τα δύο είναι λιγοστά και πολύτιμα στις μέρες μας. Για τους νέους καταναλωτές της ψηφιακής εποχής, πρέπει να φαντάζει σχεδόν αλλόκοτο να επισκέπτονται 4-5 πάγκους για αγοράσουν ντομάτες, να περιμένουν υπομονετικά να τους καθαρίσει τις σαρδέλες ο ψαράς ή να ακούν τον αβγουλά να φωνάζει στα 20 άτομα, που έχουν σχηματίσει ουρά περιμένοντας εκείνο το σχεδόν νοσταλγικό, σαν να έρχεται από παλιά, «ποιος είναι τελευταίος;»…
Και πώς να καταλάβουν πολλά από τα παιδιά μας, οι σημερινοί 25άρηδες, αυτό που συμβαίνει, για παράδειγμα, στις δικές μας λαϊκές αγορές – αν θα μπορούσαμε να φέρουμε στα μέτρα μας κατά κάποιον τρόπο τις ανοιχτές αγορές της Ισπανίας. Ότι δηλαδή, είναι πολύ φυσικό να περιμένεις υπομονετικά στην ουρά γιατί είναι… απολύτως κατανοητό ο πελάτης που βρίσκεται στον πάγκο να πιάσει κουβέντα με τον πωλητή για την υγεία του, τα παιδιά του ή την ακρίβεια και τα πολιτικά πράγματα. Αλλωστε, το ίδιο θα κάνεις κι εσύ όταν έρθει η σειρά σου και το ίδιο υπομονετικά θα περιμένουν όσοι βρίσκονται πίσω από εσένα. Είναι άγραφος νόμος!
…και να μαθαίνουν οι νεότεροι
Εάν οι αγορές κλείσουν –και όχι μόνο στην Ισπανία, αλλά και όπου αλλού λειτουργούν αντίστοιχοι θεσμοί- μια από τις μεγαλύτερες απώλειες θα είναι αυτός ο κοινωνικός δεσμός, ένας τόπος όπου η αγορά και η πώληση είναι μια ανθρώπινη διάδραση, είναι συνάντηση και συνύπαρξη και όχι μια απλή εμπορική συναλλαγή. Και τι να πούμε για την ασφάλεια μιας εφοδιαστικής αλυσίδας που δεν βασίζεται μεν σε ISO, αλλά σε κάτι εξίσου –πολλές φορές- σημαντικό: στην εμπιστοσύνη και την προσωπική επαφή.
Ακόμη και στις μεγάλες πόλεις, οι αγορές διατηρούν κάτι από τη ζεστασιά της ζωής του χωριού. Ο μανάβης στη γειτονιά ή στον πάγκο της λαϊκής που πηγαίνεις τακτικά θα σε εξυπηρετήσει εάν ξεχάσεις το πορτοφόλι σου και θα τον πληρώσεις την επόμενη φορά. Στην υπεραγορά…;
ΠΗΓΗ:ΟΤ