Σε όλη την Ευρώπη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, νέα δεξιά κόμματα αναρριχώνται στην εξουσία, απειλώντας την πρόοδο σε πολλά κοινωνικά και περιβαλλοντικά ζητήματα, συμπεριλαμβανομένης της κρίσιμης δράσης για το κλίμα.
Τα αποτελέσματα των ευρωεκλογών καταδεικνύουν ξεκάθαρα πόσο γρήγορα τα λαϊκιστικά κόμματα κερδίζουν στην πολιτική σκηνή κι επίσης αποτελούν προάγγελος των πιθανών ταλαντώσεων του εκκρεμούς ενόψει των εκλογών στις ΗΠΑ το ερχόμενο Νοέμβρη.
ύμφωνα με το Politico, και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, αυτά τα κόμματα κερδίζουν ψηφοφόρους επειδή οι φορείς χάραξης πολιτικής του κατεστημένου έχουν σε μεγάλο βαθμό αποτύχει ν’ αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά βασικά κοινωνικοοικονομικά ζητήματα όπως το αυξανόμενο κόστος της στέγασης.
Με τις διαμαρτυρίες για τη στέγαση να εμφανίζονται σε ευρωπαϊκές πόλεις, από το Λονδίνο και τη Λισαβόνα, και σε όλες τις ΗΠΑ από τη δυτική ακτή έως τ’ ανατολικά, δεν είναι περίεργο που ο Balakrishnan Rajagopal, ο ειδικός εισηγητής των Ηνωμένων Εθνών για το δικαίωμα στην επαρκή στέγαση, αποκάλεσε τη στεγαστική κρίση «το κοινωνικό ζήτημα του 21ου αιώνα».
Και σ’ αυτό το κάδρο η Ακροδεξιά
Η νεότερη γενιά είναι ιδιαίτερα οργισμένη, καθώς η στέγαση είναι πλέον απρόσιτη για πολλούς. Και η εκπληκτική υποστήριξή τους στα δεξιά λαϊκιστικά κόμματα επηρεάζει τις εκλογές παντού.
Στην Ολλανδία, όπου η στεγαστική κρίση εξακολουθεί ν’ αποτελεί κύριο μέλημα των ψηφοφόρων, στις περσινές εκλογές σημειώθηκαν νίκες από το ακροδεξιό «Κόμμα Ελευθερίας» του Γκερτ Βίλντερς. Στην Πορτογαλία, η οποία επίσης μαστίζεται από στεγαστική κρίση, είδαμε μια σημαντική αύξηση της υποστήριξης προς το συντηρητικό, δεξιό λαϊκίστικο κόμμα «Αρκετά». Στη Γερμανία, η αύξηση των ενοικίων βοήθησε στην αύξηση της υποστήριξης για το εθνικιστικό, συντηρητικό κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία». Και στη Σουηδία, μια αγορά κατοικιών με λίγες επιλογές ενοικίασης οδήγησε σε διαχωρισμένες κατοικίες για μετανάστες και στην ανάπτυξη ενός ακροδεξιού κόμματος με νεοναζιστική καταγωγή, το οποίο πλέον συγκεντρώνει πάνω από το 20 τοις εκατό των ψήφων.
Εν τω μεταξύ, οι Ηνωμένες Πολιτείες υφίστανται από μόνες τους μια σοβαρή κρίση προσιτών κατοικιών. Οι τιμές των κατοικιών στις ΗΠΑ έχουν τριπλασιαστεί από το 2000, επισκιάζοντας άλλους οικονομικούς δείκτες όπως οι μέσοι μισθοί, οι οποίοι βελτιώθηκαν υπό τον πρόεδρο Τζο Μπάιντεν. Όπως έχουν σημειώσει άλλοι, αν δεν ήταν το κόστος στέγασης, ο πληθωρισμός θα ήταν «στο υγιές και σταθερό 1,8 τοις εκατό» αντί σχεδόν στο διπλάσιο αυτού του αριθμού. Και αν οι ψηφοφόροι κατηγορούν την τρέχουσα κυβέρνηση για τα οικονομικά τους δεινά, ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε να κερδίσει μια δεύτερη θητεία τον Νοέμβριο.
Όλοι αυτοί οι ψηφοφόροι μπορούν να κατηγορηθούν μόνον εν μέρει. Διότι την ίδια στιγμή που οικονομικά δεν έχουν την δυνατότητα να βάλουν ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους, οι πολιτικοί του κατεστημένου τούς δίνουν έναν εύκολο στόχο για να ρίξουν το ανάθεμα: τους μετανάστες. Αυτά τα παράπονα, λοιπόν, κάνουν πιο εύκολη την επιλογή κομμάτων που θέλουν να συσπειρώσουν αυτήν την οργή. Και εκεί είναι που οι πολιτικοί υποψήφιοι όπως ο Βίλντερς και ο Τραμπ τα καταφέρνουν καλά. Είναι μια απλή ρητορική άνθηση, αλλά είναι πολιτικά ισχυρή και εύγευστη σ’ ένα κοινό που είναι εύλογα αναστατωμένο επειδή δεν μπορεί να βρει ένα προσιτό σπίτι.
Η επίλυση αυτού του προβλήματος θα χρειαστεί θάρρος. Σε όλη την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, η αγορά έχει υπαγορεύσει τους όρους, οδηγώντας σε στεγαστικές φούσκες, καταρρεύσεις και μεγαλύτερη αδυναμία προσιτότητας. Οι κυβερνήσεις, εν τω μεταξύ, έχουν επανειλημμένα διαγνώσει εσφαλμένα το πρόβλημα, με αποτέλεσμα να λαμβάνουν μέτρα που όχι μόνο αποτυγχάνουν να μειώσουν τις τιμές αλλά παράγουν περισσότερα περιβαλλοντικά πρόβλημα και συγκρούσεις.
«Χρηματοδότηση δημοσίου συμφέροντος»
Είναι, δε, ξεκάθαρο ότι η έλλειψη οικονομικής δυνατότητας στέγασης είναι σπανίως αποτέλεσμα έλλειψης προσφοράς – παρά το τι μπορεί να ισχυριστούν συγκεκριμένες βρετανικές δυνάμεις στο πολιτικό τους μανιφέστο ή τι θα μπορούσαν να πουν τα μέσα ενημέρωσης των ΗΠΑ. Αυτού του είδους η λανθασμένη διάγνωση συχνά οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η μόνη θεραπεία είναι περισσότερες κατασκευές, κτήρια και περιβαλλοντικά προβλήματα. Χαρακτηρίζουν τους ακτιβιστές για το κλίμα ως εμπόδια, κατηγορώντας τους ότι δεν άφησαν τις κυβερνήσεις να χτίσουν τα σπίτια που χρειάζονται. Και τροφοδοτούν το αφήγημα ότι «οι μετανάστες κλέβουν τα σπίτια μας», που επικρατεί στο Ηνωμένο Βασίλειο και τώρα στην Ολλανδία.
Για την καταπολέμηση αυτού του ζητήματος, ο Γενικός Γραμματέας της Housing Europe, Sorcha Edwards, προτείνει «χρηματοδότηση δημοσίου συμφέροντος», με «κοινωνικούς όρους και δεσμεύσεις». Αυτό είναι μια καλή αρχή. Στη συνέχεια, προσθέστε σε αυτό «περιβαλλοντικούς όρους και δεσμεύσεις», ώστε τα δομικά υλικά γι’ ανακαινίσεις να μην είναι επιζήμια για το κλίμα. Αλλά το μεγαλύτερο ζητούμενο είναι να κατοχυρωθεί η προσιτή, επαρκής και ασφαλής στέγαση ως θεμελιώδες νόμιμο δικαίωμα.
Αυτό είναι μια πολιτική ώθηση, σίγουρα, αλλά τώρα είναι η ώρα να γίνει και μιαν εκστρατεία για αυτό – εφόσον όλοι επικεντρώνονται στη στέγαση. Δεν θα απαιτηθεί μια δέσμη νέων κατασκευών. Το κτηριακό απόθεμα γι’ αυτό υπάρχει ήδη. Αντί ν’ αφήνουν τους κατασκευαστές να επιβαρύνουν περαιτέρω το περιβάλλον με νέες κατασκευές που θα έχουν ελάχιστα έως καθόλου απαιτούμενα κοινωνικά και περιβαλλοντικά πρότυπα και που θα επιδεινώνουν τις υπάρχουσες στεγαστικές και κλιματικές κρίσεις, ήρθε η ώρα να πατηθεί μια παύση.
Κίνητρα
Τώρα είναι η ώρα για έναν διαφορετικό τρόπο επιχειρηματικής δραστηριότητας, με πολιτικές που δίνουν κίνητρα για μετασκευές και ανακαινίσεις. Για παράδειγμα, οι φορολογικές ελαφρύνσεις της Νέας Υόρκης για τους κατασκευαστές να μετατρέψουν άδεια κτήρια γραφείων σε κατοικίες έχουν θετικό αντίκτυπο στις μετατροπές – κάτι που η Ουάσιγκτον επαναλαμβάνει και στον τελευταίο προϋπολογισμό της. Στη Βαλτιμόρη, η Πολιτεία συνεργάζεται με Αφροαμερικανές οργανώσεις για την αποκατάσταση των κενών και ερειπωμένων σπιτιών σε ιστορικά απαγορευμένες γειτονιές, προωθώντας τη δημιουργία πλούτου μέσω της ιδιοκτησίας σπιτιού. Στη Μινεάπολη, υπάρχουν προγράμματα κατάρτισης εργατικού δυναμικού στην ασφάλεια και τη λειτουργία αποθηκών αποδόμησης και επαναχρησιμοποίησης, και στο Σιάτλ χτίζουν υγιή σπίτια για όσους είναι άστεγοι.
Η δημιουργία τέτοιων κινήτρων για τις επιχειρήσεις κοινοτήτων που έχουν προτεραιότητα, η ανάπτυξη οικονομικά προσιτών κατοικιών με το ήδη υπάρχον κτηριακό απόθεμα, η αντιμετώπιση των αρνητικών επιπτώσεων από τις ανακαινίσεις και της επιβάρυνσης του αστικού κλίματος είναι αυτά που οι κυβερνήσεις θα πρέπει να εντάξουν στους σχεδιασμούς τους. Έτσι θα μπορέσουν να ενσαρκώσουν τη δικαιοσύνη στο περιβάλλον που έχει δομηθεί.
Χωρίς αμφιβολία, τα παράπονα σχετικά με τη δυσκολία στην οικονομική στέγαση είναι πολύ αληθινά και οι κυβερνήσεις σε όλη την Ευρώπη και τις ΗΠΑ θα πρέπει να τα λάβουν σοβαρά υπόψη. Αυτό είναι το κοινωνικό ζήτημα του αιώνα. Αλλά μπορούμε, στην πραγματικότητα, να αντιμετωπίσουμε πολλές κρίσεις ταυτόχρονα -από τις αδικίες στη στέγαση μέχρι τις αδικίες στην υπόθεση του κλίματος- εάν υπάρχει βούληση και σχεδιασμός.
Η προσιτή στέγαση είναι, πράγματι, ένα θεμελιώδες δικαίωμα κι οι δεξιοί λαϊκιστές εκμεταλλεύονται τη σχετική αγανάκτηση του κόσμου. Οι υπόλοιπες δυνάμεις οφείλουν να λύσουν το πρόβλημα, για να πάψει αυτή η καπηλεία.
Πηγή: in.gr