Εξαιρετικά ευάλωτη στον πόλεμο Χαμάς-Ισραήλ, χαρακτηρίζει την οικονομία του Λιβάνου το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF), εκτιμώντας πως θα καταρρεύσει πλήρως σε περίπτωση εκτεταμένης και παρατεταμένης πολεμικής σύγκρουσης, ενώ το ΑΕΠ του Λιβάνου θα μπορούσε να υποχωρήσει περαιτέρω, κατά 30% το 2024.
Όπως αναφέρει το γραφείου ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας στη Βηρυτό, εξετάζοντας τις επιπτώσεις στις οικονομίες της περιοχής, το Διεθνές Χρηματοπιστωτικό Ινστιτούτο (IIF) που αποτελεί παγκόσμια ένωση στον χρηματοπιστωτικό κλάδο, με 400 μέλη από περισσότερες από 60 χώρες, ενώ τα μέλη του περιλαμβάνουν εμπορικές και επενδυτικές τράπεζες, διαχειριστές περιουσιακών στοιχείων, ασφαλιστικές εταιρίες, εταιρίες παροχής επαγγελματικών υπηρεσιών, χρηματιστήρια, κρατικά επενδυτικά κεφάλαια, αμοιβαία κεφάλαια αντιστάθμισης κινδύνου, κεντρικές τράπεζες και αναπτυξιακές τράπεζες, κατήρτισε τρία σενάρια σχετικά με την εξέλιξη του πολέμου Ιστραήλ-Χαμάς:
Το πρώτο σενάριο, αν η ισραηλινή χερσαία εισβολή παραμένει περιορισμένη και επικεντρωμένη σε συγκεκριμένους στόχους (όπως η ανάκτηση των ομήρων από την Χαμάς και η στοχοποίηση των διοικητών του παλαιστινιακού κινήματος), ο οργανισμός προβλέπει περιορισμένες μάχες στη Λωρίδα της Γάζας, οι οποίες θα μπορούσαν ωστόσο να διαρκέσουν πολύ και να οδηγήσουν σε πολλές απώλειες.
Το δεύτερο σενάριο αφορά μιας μεγάλης κλίμακας ισραηλινή χερσαία επίθεση, οπότε το IIF απορρίπτει την πιθανότητα ο ισραηλινός στρατός, ακόμη και με υποστήριξη, να νικήσει γρήγορα την Χαμάς. Υπογραμμίζει επίσης τον κίνδυνο η σύγκρουση να διαρκέσει τουλάχιστον έξι μήνες και να επεκταθεί στον Λίβανο, καθώς και σε άλλες χώρες με ισχυρή ιρανική επιρροή, όπως το Ιράκ, η Συρία και η Υεμένη.
Το τρίτο σενάριο προβλέπει κατάπαυση του πυρός και την έναρξη διαπραγματεύσεων προς «κάποια μορφή ειρήνης».
Συγκεκριμένα για την επίπτωση των ανωτέρω σεναρίων στην οικονομία του Λιβάνου, το ΙΙF θεωρεί ότι οι ενέργειες της Χεζμπολά εκθέτουν τον Λίβανο, (ο οποίος, βρίσκεται με προεδρικό κενό και καθεστώς υπηρεσιακής κυβέρνησης εδώ και ακριβώς ένα χρόνο), στην ισραηλινή επιθετικότητα. Ο οργανισμός προβλέπει ότι η λιβανική οικονομία δεν θα βγει αλώβητη σε κανένα σενάριο, ακόμη και αν η σύγκρουση παραμείνει στη Γάζα.
Προτού ξεσπάσει ο πόλεμος, το ΑΕΠ του Λιβάνου αναμενόταν να αυξηθεί κατά 0,6% το 2023 και κατά 1,2% το 2024. Τα συναλλαγματικά αποθέματα της χώρας, τα τελευταία εργαλεία που διαθέτει η Κεντρική Τράπεζα του Λιβάνου για την άσκηση της νομισματικής της πολιτικής, προβλεπόταν να φτάσουν τα 9 δισεκατομμύρια δολάρια το 2023 και τα 8 δις δολάρια το 2024, αντίστοιχα. Στην περίπτωση που οι συγκρούσεις στη Γάζα παραμείνουν υπό έλεγχο, το ΑΕΠ του Λιβάνου προβλέπεται να συρρικνωθεί κατά 0,5% το 2023 και κατά 4% το 2024. Τα συναλλαγματικά
αποθέματα θα μειωθούν σε 8 δισ. δολάρια το 2023 και 6 δισ. δολάρια το 2024. Εάν η σύγκρουση Χαμάς-Ισραήλ κλιμακωθεί περαιτέρω, το ΑΕΠ του Λιβάνου θα μπορούσε να μειωθεί κατά 1% έως το τέλος του έτους και κατά 30% το 2024. Τα αποθέματα θα φθάσουν τα 7 δις δολάρια το 2023 και τα 3 δις το 2024, σύμφωνα με το ΙΙF.
Σχέδιο έκτακτης ανάγκης τριών σημείων για την οικονομία
Ο υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών του Λιβάνου, κ. Youssef Khalil (σιίτης), ανακοίνωσε στον οικονομικό τύπο ότι το Υπουργείο Οικονομικών έχει καταρτίσει ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την αντιμετώπιση ενδεχόμενων αρνητικών επιπτώσεων, που μπορεί να έχει η σύγκρουση στη Γάζα στον Λίβανο.
Όπως αναφέρει το γραφείου ΟΕΥ της ελληνικής πρεσβείας στη Βηρυτό, το σχέδιο περιλαμβάνει τρία σημεία που προσομοιάζουν τη διαχείριση κρίσεων στα δημόσια οικονομικά. Με στόχο την χρηματοπιστωτική και νομισματική σταθερότητα, προβλέπει συνεχή συντονισμό με τις νομισματικές αρχές για τη διαχείριση της ρευστότητας, προκειμένου να αποφευχθεί η πίεση στην συναλλαγματική ισοτιμία.
Όσον αφορά τις δημόσιες δαπάνες, τονίζεται ότι η αντιμετώπιση οποιουδήποτε κινδύνου σημαίνει επανεξέταση των προτεραιοτήτων δαπανών, υπό το πρίσμα των διαθέσιμων πόρων και ότι η ομαλή λειτουργία των δημόσιων υπηρεσιών αποτελεί απόλυτη προτεραιότητα. Όσον αφορά τη χρηματοδότηση, στο σχέδιο επισημαίνεται ότι η συνέχιση της διαδικασίας αύξησης των εσόδων, η διαφοροποίηση των πηγών τους και η διεύρυνση της βάσης είσπραξης, ιδίως ορισμένων τελών και φόρων σε ξένο νόμισμα, θα ενίσχυε τη δημοσιονομική κατάσταση, πόσο μάλλον σε μια εποχή που είναι αδύνατο να δανειστεί ο Λίβανος από τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Ως εκ τούτου, πιστεύει ότι είναι απαραίτητο να επιταχυνθεί η έγκριση του κρατικού προϋπολογισμού, λόγω των διορθωτικών σημείων, που περιέχει (αναπροσαρμογή των φόρων ενόψει της υποτίμησης της λίρας). Στόχος αυτών των διορθωτικών μέτρων είναι η αύξηση των αναμενόμενων εσόδων από περίπου 15% του ΑΕΠ το 2023 σε 18% το 2024.
Ακόμη, υπογραμμίζεται ότι η έγκριση του προϋπολογισμού θα δώσει στις οικονομικές αρχές την ευελιξία να αντιμετωπίσουν τυχόν προκλήσεις με την παροχή κονδυλίων για το σχέδιο έκτακτης ανάγκης της κυβέρνησης, ιδίως καθώς το Υπουργείο Οικονομικών εξακολουθεί να βασίζεται στη δωδεκατημοριακή βάση του προϋπολογισμού του 2022 για τις πράξεις εκταμίευσης, λαμβάνοντας υπόψη ότι οι δαπάνες μέσω προκαταβολών προς το υπουργείο Οικονομικών, επηρεάζουν τη δημοσιονομική κανονικότητα.
Ο λιβάνιος υπουργός πάντως υποστηρίζει ότι το σχέδιο βασίζεται στη τακτική λήψης προληπτικών μέτρων για την περίπτωση ολίσθησης της πολιτικής και οικονομικής κατάστασης και της κατάστασης ασφαλείας και τη διακοπή της κυκλοφορίας των αεροδρομίων και των λιμένων, καθώς και του διεθνούς εμπορίου, με τις αρνητικές επιπτώσεις απειλής του Λίβανου να απωλέσει περί το 63% των σημερινών εισαγωγών του.
Πηγή: ΟΤ.gr