Τα μηνύματα που εκπέμπουν οι κεντρικοί τραπεζίτες σε Ευρώπη και ΗΠΑ, με κανέναν τους να μην απορρίπτει κατηγορηματικά το ενδεχόμενο περαιτέρω αυξήσεων δεν επιτρέπουν εφησυχασμό, ειδικά στις διοικήσεις ειδικά των μεγάλων επιχειρήσεων με υψηλό δανεισμό.
«Τα επιτόκια θα παραμείνουν πολύ υψηλά για μεγάλο χρονικό διάστημα», διαμήνυσε πρόσφατα η σιδηρά κυρία της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ από την Αθήνα ενώ δεν απέκλεισε νέα αύξηση επιτοκίων παρότι έφτασαν σε ιστορικά υψηλά επίπεδα (4%) από την εισαγωγή του ενιαίου ευρωπαϊκού νομίσματος.
Σε παρόμοιο μήκος κύματος και ο επικεφαλής της Fed, Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος πριν από μερικές ημέρες έστειλε σήμα πως δεν έχει κλείσει ο κύκλος της ιστορικής αύξησης των επιτοκίων. Και αυτό αμέσως μετά την ομόφωνη απόφαση της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς (FOMC) να διατηρήσει για δεύτερη συνεχόμενη συνεδρίαση αμετάβλητα τα επιτόκια στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων 22 χρονών.
Το βάρος που καλούνται να σηκώσουν από την αναπροσαρμογή των επιτοκίων δανεισμού δεν είναι αμελητέο. Τουναντίον, υπάρχουν αρκετοί που φοβούνται πως μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά στην υλοποίηση του business plan και στην ανάληψη νέων επενδύσεων.
Toν βαθμό δυσκολίας έρχεται να αυξήσει και η ανάφλεξη στην Μέση Ανατολή. Ο πόλεμος που ξέσπασε ανάμεσα στο Ισραήλ και την Χαμάς απειλεί να ανοίξει τον ασκό του Αιόλου για την παγκόσμια οικονομία σε περίπτωση που η σύρραξη κλιμακωθεί, με επίκεντρο τις τιμές του πετρελαίου.