Όπως σημειώνουν οι Financial Times, ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες καταναλωτικών αγαθών στον κόσμο φαίνεται ότι ίσως είναι έτοιμες να αποκλιμακώσουν τον ρυθμό των αυξήσεων αλλά όχι να διατηρήσουν αμετάβλητες ή να μειώσουν τις τιμές.
Ο CEO της Nestle, Μαρκ Σνάιντερ δήλωσε ότι η εταιρεία θα επιβραδύνει τις αυξήσεις των τιμών το δεύτερο εξάμηνο του έτους. Ο διευθύνων σύμβουλος του γαλλικού γίγαντα Danone, Αντουάν ντε Σαν Αφρίκ, κινήθηκε στο ίδιο μήκος κύματος. Ο οικονομικός διευθυντής της Unilever, Γκρέιμι Πίτκετλι, δήλωσε ότι «έχουμε ξεπεράσει την κορύφωση του πληθωρισμού» και ότι ενώ οι τιμές θα συνεχίσουν να αυξάνονται, ο ρυθμός αύξησης θα μετριάσει μέσα στο έτος.
Σύμφωνα με την ανάλυση της Jefferies, οι εταιρείες καταναλωτικών αγαθών αύξησαν τις τιμές κατά μέσο όρο 11% σε ετήσια βάση για τρία συνεχόμενα τρίμηνα, μέχρι τους τρεις μήνες έως τον Ιούλιο, κατά τους οποίους οι μέσες αυξήσεις υποχώρησαν στο 9,7%.
Θα μείνουν ψηλά οι τιμές
Όπως σχολιάζει το βρετανικό έντυπο, η προοπτική της διακοπής των αυξήσεων των τιμών θα αποτελέσει ευπρόσδεκτη είδηση για τους καταναλωτές, οι οποίοι ωστόσο είναι απίθανο να δουν αντιστροφή των τιμών ή έστω συγκράτηση. Οι αγοραστές θα συνεχίσουν να πληρώνουν για τις σημαντικές αυξήσεις τιμών που ξεκίνησαν οι εταιρείες το πρώτο εξάμηνο του έτους μέχρι και το επόμενο έτος, σύμφωνα με αναλυτές.
«Λένε ότι οι αυξήσεις θα μετριαστούν. Φυσικά, επειδή ανέβαζαν τις τιμές πέρυσι. Έτσι, από έτος σε έτος η αύξηση των τιμών γίνεται μικρότερη – επειδή δεν κάνουν περισσότερες πρόσθετες αυξήσεις», δήλωσε ο Bruno Monteyne, αναλυτής της Bernstein.
Ο Τζέιμς Τζόουνς, αναλυτής της RBC, δήλωσε ότι οι όμιλοι βασικών καταναλωτικών αγαθών «σχεδόν ποτέ δεν μειώνουν τις τιμές» και είναι πιο πιθανό να ενισχύσουν την προωθητική δραστηριότητα παρά να μειώσουν πραγματικά την τιμή των αγαθών.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Τράπεζας της Αγγλίας, προειδοποίησε ότι οι τιμές των σούπερ μάρκετ θα εξακολουθούσαν να αυξάνονται πολύ ταχύτερα στο τέλος του έτους από τον συνολικό πληθωρισμό, εν μέρει επειδή ορισμένοι είχαν συνάψει συμβόλαια για να εξασφαλίσουν προμήθειες όταν οι παγκόσμιες τιμές των βασικών εμπορευμάτων βρίσκονταν στο αποκορύφωμά τους.
Πάντως οι καταναλωτές φάνηκε ότι κατάφεραν να ανταποκριθούν στις αυξήσεις των τιμών, συνεχίζοντας να καταναλώνουν προϊόντα από δημοφιλείς μάρκες και βοηθώντας έτσι τις εταιρείες να αντισταθμίσουν τις σημαντικές μειώσεις των πωλήσεων. Καθώς όμως η κρίση του κόστους ζωής παρατείνεται, έχει καταστεί πιο δύσκολο για τις εταιρείες να αυξήσουν τους όγκους των πωλήσεων, κάτι που τις καθιστά επιφυλακτικές αναφορικά με περαιτέρω αυξήσεις τιμών.
Ο προσωρινός διευθύνων σύμβουλος της Reckitt, Νικάντρο Ντουράντε, δήλωσε ότι είναι επιφυλακτικός όσον αφορά τη μετακύλιση των αυξήσεων των τιμών στους πιεσμέους καταναλωτές στην Ευρώπη. Η Heineken δήλωσε ότι ο όγκος των πωλήσεών της μειώθηκε κατακόρυφα κατά 5,4% το πρώτο εξάμηνο του έτους και περαιτέρω το δεύτερο τρίμηνο μετά από «το σωρευτικό αποτέλεσμα των τιμολογιακών κινήσεων», ενώ η Nestle ανέφερε επίσης χαμηλότερους από τους αναμενόμενους όγκους πωλήσεων νωρίτερα αυτό το μήνα.
Ο Μάικ Γουάτκινς, επικεφαλής του τμήματος λιανικής πώλησης και επιχειρηματικής πληροφόρησης της NIQ, δήλωσε ότι ο όγκος πωλήσεων καταναλωτικών αγαθών στην Ευρώπη ήταν «ο χαμηλότερος στην πρόσφατη μνήμη», ιδίως στα επώνυμα προϊόντα και τα φρέσκα τρόφιμα.
Πώς αντέδρασαν οι καταναλωτές
Για να διαχειριστούν το υψηλότερο κόστος, οι καταναλωτές επέλεγαν συχνά διαφορετικά σούπερ μάρκετ, αγοράζοντας λιγότερα και ψωνίζοντας συχνότερα. Τέτοιες στρατηγικές είχαν ως αποτέλεσμα κολοσσοί του λιανεμπορίου, όπως ο αμερικανικός όμιλος Target, να μειώσουν τις ετήσιες προβλέψεις τους για τα κέρδη την περασμένη εβδομάδα, μετά τις απογοητευτικές πωλήσεις, καθώς οι Αμερικανοί καταναλωτές περιόρισαν τις αγορές διακριτικής ευχέρειας, όπως τα τρόφιμα και τα είδη σπιτιού.
«Οι Αμερικανοί καταναλωτές εξακολουθούν να είναι πρόθυμοι να ξοδέψουν, αλλά έχουν γίνει όλο και πιο επιφυλακτικοί και επιλεκτικοί εν μέσω των ακόμη υψηλών τιμών και των αυστηρότερων πιστωτικών συνθηκών» δήλωσε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΥ, Γκρέγκορι Ντάκο. «Αυτό έχει μεταφραστεί σε πολύ πιο αργή δυναμική των καταναλωτικών δαπανών μετά από μια ισχυρή αρχή του έτους».
Η πτώση των συναλλαγών έγινε πιο εμφανής καθώς ορισμένες εταιρείες ανέφεραν σημαντική απώλεια μεριδίου αγοράς στα αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου. Πάντως κάποια καταναλωτικά προϊόντα αποδείχθηκαν ανθεκτικότερα από άλλα, με τους κατασκευαστές προϊόντων καταναλωτικής υγείας να βλέπουν καλύτερες πωλήσεις παρά την κρίση του κόστους ζωής.
Σημειώνεται ότι πολιτικοί και ενώσεις καταναλωτών σε πολλές χώρες έχουν κατηγορήσει τις εταιρείες παραγωγής καταναλωτικών αγαθών για κερδοσκοπία. Οι τελευταίες ωστόσο απορρίπτουν την κατηγορία, λέγοντας ότι αυξάνουν τις τιμές για να μετακυλήσουν το υψηλότερο κόστος των βασικών προϊόντων προκειμένου να προστατεύσουν τα περιθώρια κέρδους τους.
Αυξήσεις παρά τη μείωση του κόστους
Πάντως, το κόστος της ενέργειας, της μεταφοράς δια θαλάσσης και των περισσότερων πρώτων υλών έχει μειωθεί σε σχέση με τα ιστορικά υψηλά επίπεδα που άγγιξε την άνοιξη και το καλοκαίρι του 2022, μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Μια ανάλυση της Barclays, ωστόσο, διαπίστωσε ότι τα μικτά περιθώρια κέρδους για δέκα από τις μεγαλύτερες εταιρείες καταναλωτικών αγαθών ήταν χαμηλότερα το 2022 από ό,τι το 2019.
Άλλες εταιρείες, όπως αυτές που παράγουν ανθρακούχα ποτά και γλυκίσματα, κατάφεραν να διατηρήσουν τους όγκους πωλήσεων ανεβάζοντας παράλληλα τις τιμές. Ορισμένες από αυτές μάλιστα έχουν προεξοφλήσει νέες αυξήσεις τιμών.
Η Coca-Cola αύξησε τις τιμές κατά 10% τους τρεις μήνες έως τις 30 Ιουνίου, χωρίς αυτό να πλήξει τον όγκο των πωλήσεων. Νέες αυξήσεις μάλιστα αναμένονται το επόμενο διάστημα. Η σοκολατοβιομηχανία Lindt προειδοποίησε επίσης για περαιτέρω αυξήσεις των τιμών, αφού οι έως τώρα ανατιμήσεις δεν έπληξαν τον όγκο πωλήσεων.
Και η Nestle όμως προανήγγειλε νέες αυξήσεις ιδίως σε προϊόντα που βασίζονται στο κακάο και τη ζάχαρη, οι τιμές των οποίων έχουν εκτοξευθεί λόγω των ελλείψεων που σχετίζονται με το κλίμα.
Πηγή: Οικονομικός Ταχυδρόμος