Όπως ανέφερε, διαπιστώθηκε είτε να μην αναγράφονται καθόλου τιμές των προϊόντων στα ράφια, είτε οι αναγραφόμενες τιμές να είναι χαμηλότερες τιμές από αυτές που πληρώνει ο καταναλωτής στο ταμείο.
Σε δήλωση στο ΚΥΠΕ, ο κ. Αριστοδήμου αναφέρθηκε επίσης στις εξαγγελίες εκπτώσεων, κατά τις οποίες δεν αναγράφεται η τελική τιμή στο ράφι, με αποτέλεσμα ο καταναλωτής να αγνοεί σε ποια τιμή γίνεται έκπτωση και τι τον περιμένει στο ταμείο. «Αυτό σημαίνει υποτίμηση της νοημοσύνης του καταναλωτή και εξαπάτηση», ανέφερε.
Ο κ. Αριστοδήμου εμφανίστηκε επικριτικός και έναντι της Υπηρεσίας Προστασίας του Καταναλωτή επικαλούμενος ως παράδειγμα ότι πρόσφατα ανακοίνωσαν τα 200 προϊόντα τα οποία στο ράφι είχαν χαμηλότερη τιμή από αυτή που χρεωνόταν ο καταναλωτής στο ταμείο και ταυτόχρονα ανακοίνωσαν ότι εντόπισαν άλλα τόσα τα οποία είχαν την ίδια τιμή στο ράφι και στο ταμείο.
«Δεν ενημέρωσαν τον καταναλωτή ώστε αυτός να μπορεί να ασκεί το δικαίωμα επιλογής», υποστήριξε, προσθέτοντας ότι ο καταναλωτής στην αγορά πρέπει να έχει πληροφόρηση. Είπε επίσης πως «η πληροφόρηση ότι τόσα προϊόντα ήταν πιο ακριβά στο ταμείο από ό,τι στο ράφι δεν εξυπηρετεί σε τίποτε τον καταναλωτή».
Για να προσθέσει: «Η ορθή πληροφόρηση προς τον καταναλωτή, για να μπορεί να έχει επιλογή και να προστατεύεται, πρέπει να περιλαμβάνει αναφορά στις υπεραγορές που είχαν άλλες τιμές στα ράφια και άλλες στα ταμεία και κατάλογο των συγκεκριμένων προϊόντων».
«Άρχισε να ξεκολλά ετικέτες»
Ο κ. Αριστοδήμου αναφέρθηκε σε καταγγελία την οποία έχει προβεί η Ένωση Καταναλωτών, όταν ο ίδιος προσωπικά, ημέρα Παρασκευή, ευρισκόμενος σε υπεραγορά διαπίστωσε αυτή την πρακτική και επιχείρησε να επικοινωνήσει με την Υπηρεσία Προστασίας Καταναλωτή. Όταν δεν κατέστη δυνατό, είπε, ζήτησε τον υπεύθυνο της υπεραγοράς, «ο οποίος προσήλθε και άρχισε να ξεκολλά ετικέτες από τα ράφια».
Συνεχίζοντας ανέφερε πως διαπιστώθηκε επίσης το φαινόμενο η ίδια υπεραγορά σε κατάστημα μιας περιοχής να έχει άλλες τιμές και σε κατάστημα διαφορετικής περιοχής άλλες και έφερε παράδειγμα αυγά που πωλούνταν στο ένα κατάστημα 2,47 ευρώ και στο άλλο 2,80 ευρώ.
Σημείωσε επίσης ότι σε καμία από τις μάρκες στα χαλούμια που πωλούσε η συγκεκριμένη υπεραγορά, υπήρχε τιμή.
Άλλο θέμα που εγείρεται, ανέφερε είναι ότι σε πλείστες περιπτώσεις δεν υπάρχει περιγραφή με τα συστατικά και την ποιότητα των προϊόντων.
Αναφερόμενος σε αισχροκέρδεια έφερε ως παράδειγμα το ελαιόλαδο, το οποίο «ακρίβυνε 3 φορές, από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία και μετά, το οποίο είχε ήδη παραχθεί, ήταν εμφιαλωμένο πριν την έναρξη του πολέμου και δεν είχε πρόσθετα κόστη μεταφορικών, καυσίμων ή ενέργειας ώστε να δικαιολογείται κάπως η αύξηση στην τιμή».
Είπε ακόμα ότι «η Υπηρεσία Προστασίας του Καταναλωτή έπρεπε να βρίσκεται αδιαλείπτως στην αγορά και να προβαίνει τους απαιτούμενους ελέγχους και να πατάσσει την αισχροκέρδεια».