Καθώς η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ γνωρίζουν ότι βρίσκονται στο τελικό στάδιο της νομισματικής σύσφιξης, έχοντας κάνει ήδη αυξήσεις επιτοκίων κατά 4,25 ποσοστιαίες μονάδες η πρώτη και 5,25 μονάδες η δεύτερη, θέλουν να αποφύγουν βιαστικές κινήσεις που θα επηρέαζαν αρνητικά την οικονομία, αν δεν έχουν τη βεβαιότητα ότι θα ήταν αναγκαίες.
Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για την ΕΚΤ καθώς η οικονομία της Ευρωζώνης εκπέμπει μηνύματα σοβαρής επιβράδυνσης, ενώ η αμερικανική οικονομία παρουσιάζει μία μεγαλύτερη ανθεκτικότητα έως τώρα.
Από την άλλη πλευρά, ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη είναι ακόμη αρκετά υψηλότερος από τον στόχο καθώς έτρεχε με ετήσιο ρυθμό 5,5% τον Ιούνιο, ενώ στις ΗΠΑ τον έχει πλησιάσει περισσότερο (3% τον Ιούνιο). Κυρίως, όμως, υπάρχει το «αγκάθι» του δομικού πληθωρισμού, που δεν περιλαμβάνει τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, ο οποίος μειώνεται πολύ αργά στην Ευρωζώνη ενώ στις ΗΠΑ κατέγραψε αισθητή πτώση μόνο το τελευταίο δίμηνο και διαμορφώθηκε τον Ιούνιο στο 4,8%.
Για τον λόγο αυτό, η ΕΚΤ και η Fed, οι οποίες προχώρησαν σε αύξηση των επιτοκίων τους κατά 25 μονάδες βάσης προ ημερών, άφησαν ανοικτό το ενδεχόμενο να μην προχωρήσουν σε νέες αυξήσεις τον Σεπτέμβριο και τόνισαν ότι οι όποιες νέες κινήσεις τους θα εξαρτώνται από τα στοιχεία για την πορεία της οικονομίας και κυρίως του πληθωρισμού. Ουσιαστικά, αμφότερες θα περιμένουν τα στοιχεία για τον πληθωρισμό του Ιουλίου και του Αυγούστου για να κρίνουν τι θα κάνουν τον Σεπτέμβριο. Το ίδιο θα ισχύσει για τις επόμενες συνεδριάσεις, έως ότου κηρυχθεί η νίκη στη μάχη κατά του πληθωρισμού.
Στον προβληματισμό για το πώς θα πρέπει να χαραχθεί εφεξής η νομισματική πολιτική αναφέρθηκε και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Σε έκθεσή του για τις προοπτικές της παγκόσμιας οικονομίας, σημείωσε ότι «οι κίνδυνοι για τον πληθωρισμό είναι τώρα πιο ισορροπημένοι και οι περισσότερες αναπτυγμένες οικονομίες είναι λιγότερο πιθανό να χρειαστούν πρόσθετες μεγάλες αυξήσεις στα βασικά επιτόκια», προσθέτοντας ωστόσο ότι είναι πολύ σημαντικό να αποφευχθεί η πρόωρη μείωσή τους, πριν υπάρξουν ξεκάθαρες και διαρκείς ενδείξεις μείωσης του δομικού πληθωρισμού. «Δεν έχουμε φτάσει ακόμη σε αυτό το σημείο», σημείωσε.
Το Ταμείο συμφωνεί ότι η νομισματική πολιτική θα πρέπει πλέον να καθορίζεται με βάση τα στοιχεία, σημειώνοντας ότι είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθεί με κάποια ασφάλεια το επίπεδο του «ουδέτερου επιτοκίου» και του χρόνου που χρειάζεται για να επηρεάσει η νομισματική πολιτική την οικονομία και τον πληθωρισμό.
Πηγή: ΚΥΠΕ - ΑΠΕ