Το κόστος ενέργειας άλλωστε, που για τα έτοιμα πετρελαιοειδή καθορίζεται από τα ξένα διυλιστήρια, δεν έχει επιστρέψει στα επίπεδα προ Ουκρανικού ενώ εξοντωτικές παραμένουν οι τιμές των δικαιωμάτων εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων που προκαλούν οι συμβατικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής.
Το κεφάλαιο κίνησης
Διαβάζοντας αυτές τις γραμμές, ο αναγνώστης και η αναγνώστρια πολύ πιθανόν να σκεφτούν «αρκετά πια, δεν πάει άλλο αυτή η κατάσταση» και θα έχουν απόλυτο δίκαιο. Η αλήθεια όμως είναι πως υπάρχει και χειρότερο σενάριο καθώς τους τελευταίους μήνες εκκρεμεί αίτημα από πλευράς ΑΗΚ, για σημαντική αύξηση στη βασική διατίμηση που θα της δώσει τη δυνατότητα να αντλήσει μεγαλύτερο κεφάλαιο κίνησης.
Ο σκοπός των εσόδων
Όχι γιατί θα βάλει κάποιος λεφτά στην τσέπη, κάτι τέτοιο σαφώς και δεν ευσταθεί. Πρόκειται για ρυθμιζόμενα έσοδα τα οποία ο οργανισμός αξιοποιεί για την υλοποίηση εγκεκριμένων έργων και την κάλυψη αναγκών, όπως για παράδειγμα οι αναβαθμίσεις στο δίκτυο και η αγορά υπηρεσιών για σκοπούς επίσπευσης του χρόνου ανταπόκρισης για ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις και εγκατάσταση φωτοβολταϊκών συστημάτων.
Δεν έχουν ολοκληρωθεί
Το υπό συζήτηση ποσοστό αύξησης της διατίμησης, μετά το αίτημα από πλευράς Αρχής Ηλεκτρισμού, έπεσε σήμερα στα δεδομένα του 25%. Δεν έχει λάβει όμως ακόμα έγκριση από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας Κύπρου, ούτε υπάρχει ένδειξη αν θα μειωθεί, προφανώς γιατί είτε δεν έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση είτε η τεκμηρίωση.
Πολύ δύσκολες συνθήκες
Σύμφωνα με πληροφορίες μας, μια παράμετρος που φαίνεται να λαμβάνεται υπόψη και ενδεχομένως να απαντά το γιατί δεν έχει ακόμα αυξηθεί η βασική διατίμηση (μετά το πρόσφατο +14% για κάθε ρυθμιζόμενη δραστηριότητα της ΑΗΚ), αφορά την επίγνωση των πολύ δύσκολων συνθηκών για τους καταναλωτές ηλεκτρικού ρεύματος, οικιακούς, εμπορικούς, γεωργικούς και βιομηχανικούς.
Αυτόματα κατά 4 σεντς
Ενδεικτικά σημειώνουμε πως αν σήμερα, σε υποθετικό σενάριο, εγκρινόταν από τη ΡΑΕΚ η αύξηση 25% στη βασική διατίμηση, με βάση την τιμή των 300 ευρώ ανά μετρικό τόνο καυσίμου, η τιμή της κιλοβατώρας θα ανέβαινε αυτόματα κατά 4 σεντς και θα κόστιζε 36 σεντς. Δίδοντας νέο ύψος στη χρέωση των λογαριασμών και πλήττοντας περαιτέρω τα νοικοκυριά που δεν έχουν την ομπρέλα ενός φωτοβολταϊκού συστήματος.