Η νέα υπόθεση είναι ενδεικτική του ιστορικού βάθους των σκανδάλων και της διαφθοράς που οδήγησαν σε καταβαράθρωση της φήμης της τράπεζας και συνέβαλαν στην κρίση εμπιστοσύνης και τη φυγή καταθέσεων.
Οι δυο εκθέσεις
Όπως αναφέρουν οι Times της Νέας Υόρκης, η Επιτροπή Προϋπολογισμού της Γερουσίας έδωσε την Τρίτη στη δημοσιότητα δύο εκθέσεις που σχετίζονται με έρευνα που διεξήγε η ίδια η Credit Suisse σχετικά με τις τραπεζικές δραστηριότητες των Γερμανών ναζί που πήγαν στην Αργεντινή τη δεκαετία του 1930.
Η μία από τις εκθέσεις εκπονήθηκε από τον Νέιλ Μπαρόφκσι, έναν δικηγόρο που προσέλαβε η Credit Suisse για να επιβλέψει την έρευνα, αλλά απολύθηκε τον Νοέμβριο του 2022, αφού το πεδίο εφαρμογής της επεκτάθηκε στους Ναζί που διέφυγαν από την Ευρώπη στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η επιτροπή έλαβε αντίγραφο της έκθεσης τον περασμένο μήνα.
«Η απόφαση της Credit Suisse να σταματήσει την έρευνα στη μέση της διαδικασίας άφησε πολλά ερωτήματα αναπάντητα, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων που σχετίζονται με την πληρότητα των προηγούμενων ερευνητικών προσπαθειών της, τον βαθμό στον οποίο εξυπηρετούσε τα συμφέροντα των Ναζί και τον ρόλο της τράπεζας στην εξυπηρέτηση των Ναζί που διέφυγαν από τη δικαιοσύνη μετά τον πόλεμο», ανέφερε στην έκθεση ο Μπαρόφσκι.
Όπως σημειώνουν οι New York Times, η διαμάχη είναι ενδεικτική της ελλιπούς διερεύνησης του τρόπου με τον οποίον οι ελβετικές τράπεζες παρείχαν οικονομική βοήθεια προς τους Ναζί, 80 χρόνια μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η έρευνα
Η Επιτροπή Προϋπολογισμού ξεκίνησε έρευνα αφότου το Κέντρο Σιμόν Βίζενταλ, μια εβραϊκή ομάδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα που πήρε το όνομά της από έναν διάσημο κυνηγό των Ναζί, επικοινώνησε τον Φεβρουάριο με τον γερουσιαστή Τσάρλς Γκράσλεϊ.
Σε ανακοίνωσή της την Τρίτη, η Credit Suisse δήλωσε ότι η έκθεση του Μπαρόφσκι περιείχε «πολυάριθμα πραγματικά λάθη, παραπλανητικές και αδικαιολόγητες δηλώσεις και αβάσιμους ισχυρισμούς που βασίζονται σε ελλιπή κατανόηση των γεγονότων». «Η τράπεζα απορρίπτει σθεναρά αυτές τις παραπλανητικές δηλώσεις», ανέφερε η Credit Suisse.
Σε συζητήσεις με την επιτροπή, οι εκπρόσωποι της τράπεζας αρνήθηκαν οποιαδήποτε αδικοπραξία και δήλωσαν ότι δεσμεύονται να επιδιώξουν την ιστορική αλήθεια για το τι συνέβη. Η τράπεζα παρουσίασε επίσης την απόφασή της να απολύσει τον Μπαρόφσκι ως εμπορική διαφορά και όχι ως προσπάθεια παρεμπόδισης της έρευνας, η οποία – όπως υποστήριξε η τράπεζα – συνεχίστηκε υπό την επίβλεψη διαφορετικού δικηγόρου.
Η τράπεζα συνέταξε τη δική της έκθεση 22 σελίδων για τα γεγονότα τον Μάρτιο. Αφού εξέτασε τα ευρήματα που, όπως είπε, «συμπληρώνουν αλλά δεν αλλάζουν ουσιαστικά τις πληροφορίες που είναι ήδη διαθέσιμες στο δημοσιευμένο ιστορικό αρχείο», η έκθεση ανέφερε ότι «η Credit Suisse κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν δικαιολογούνται επί του παρόντος περαιτέρω μέτρα σχετικά με τα ζητήματα» που είχε θέσει το Κέντρο Σιμόν Βίζενταλ.
Όμως, μετά την έρευνα της επιτροπής της Γερουσίας, η τράπεζα συμφώνησε την περασμένη εβδομάδα ότι θα εξετάσει προσεκτικά έναν πρόσθετο κατάλογο ονομάτων που είχε συγκεντρώσει το κέντρο για άτομα που συνδέονταν με ένα μυστικό δίκτυο που βοήθησε τους Ναζί να διαφύγουν από την Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Σε δήλωσή του, ο Γκράσλεϊ είπε ότι η Credit Suisse, παρά την αρχική της συμφωνία να προχωρήσει την έρευνα, είχε «καθιερώσει ένα αδικαιολόγητα άκαμπτο και στενό πεδίο [έρευνας]», αρνήθηκε να ακολουθήσει στοιχεία, απομάκρυνε τον Μπαρόφσκι και επέμεινε στην επεξεργασία τμημάτων της έκθεσης που είχε παραδώσει.
Οι Ναζί στην Αργεντινή
Πολλοί Γερμανοί μετεγκαταστάθηκαν στην Αργεντινή τα χρόνια πριν και μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μεταξύ των οποίων και αρκετοί Ναζί που εγκατέλειψαν την Ευρώπη την περίοδο της κατάρρευσης του ναζιστικού καθεστώτος. Το 2020, το Κέντρο Σιμόν Βίζενταλ ανακοίνωσε ότι είχε αποκαλύψει πληροφορίες για Γερμανούς που ζούσαν στη χώρα της Λατινικής Αμερικής τη δεκαετία του 1930, οι οποίες θα μπορούσαν να βοηθήσουν στον εντοπισμό πρόσθετων τραπεζικών λογαριασμών που συνδέονται με ναζιστές.
Τα τότε στελέχη συμφώνησαν να διερευνήσουν περιουσιακά στοιχεία που είχαν κατατεθεί σε μια τράπεζα η οποία απορροφήθηκε αργότερα από τη Credit Suisse και προσέλαβαν μια διεθνή εταιρεία εγκληματολογικών λογιστικών ελέγχων, την AlixPartners, για να το πράξει. Η τράπεζα διόρισε αργότερα τον Μπαρόφσκι ως ανεξάρτητο επόπτη της έρευνας για να δώσει στο κέντρο μεγαλύτερη εγκυρότητα.
Η νέα έρευνα ερχόταν αρκετά χρόνια μετά το προηγούμενο κύμα αντίστοιχων ερευνών, που διεξήχθησαν τη δεκαετία του 1990 με στόχο να αποκαλυφθεί η οικονομική βοήθεια που είχε παρασχεθεί προς τους Ναζί και να εντοπιστούν τυχόν εναπομείναντα περιουσιακά στοιχεία που ανήκαν σε θύματα του Ολοκαυτώματος. Οι ελβετικές τράπεζες ήλπιζαν ότι μετά τους ελέγχους και τη συμφωνία του 1998 για καταβολή αποζημιώσεων, είχαν πια αφήσει το θέμα πίσω τους.
Τα ευρήματα του Μπαρόφσκι
Η έρευνα του Μπαρόφσκι – που πάντως δεν είχε καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα – φέρεται να είχε αποκαλύψει λογαριασμούς που χρησιμοποιούσαν ναζιστές, οι οποίοι δεν είχαν αποκαλυφθεί κατά τη διάρκεια των ερευνών της δεκαετίας του 1990.
Μεταξύ αυτών ήταν ένας λογαριασμός που ελεγχόταν από έναν αξιωματικό των SS, ο οποίος ήταν ο εκπρόσωπος μιας εταιρείας χαρτοφυλακίου για πολλές επιχειρήσεις των SS που εκμεταλλεύονταν οικονομικά τους Εβραίους. Ο Μπαρόφσκι παρουσίασε το εύρημα αυτό ως αντίθετο με τον ισχυρισμό της Credit Suisse το 2001 ότι τίποτα στα εταιρικά της αρχεία δεν έδειχνε ότι είχε επιχειρηματική σχέση με την εν λόγω εταιρεία χαρτοφυλακίου.
Οι πληροφορίες σχετικά με τον εν λόγω λογαριασμό, έγραψε ο Μπαρόφσκι, ήταν «μεταξύ των εγγράφων εργασίας που είχαν συγκεντρωθεί κατά τη διάρκεια προηγούμενων ερευνών της τράπεζας τη δεκαετία του 1990». Αμέσως μετά την ανακάλυψη, όμως, η τράπεζα διέκοψε την πρόσβασή του στα αρχεία με αποτέλεσμα να μην είναι σε θέση να προσδιορίσει τις λεπτομέρειες του λογαριασμού και τι συνέβη στα περιουσιακά στοιχεία μετά τη μεταφορά τους σε άλλο λογαριασμό το 1945.
Η έκθεση απαριθμεί διάφορα άλλα στοιχεία και ευρήματα. Η τράπεζα, για παράδειγμα, είχε βοηθήσει έναν ναζιστή επιχειρηματία να αναδιαρθρώσει μια εταιρεία που σήμερα θα αποτιμούνταν σε αρκετές εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια, έτσι ώστε τα περιουσιακά της στοιχεία να μην κατασχεθούν – με δεδομένο το παρελθόν του. Η τράπεζα χρησιμοποίησε αργότερα την οντότητα αυτή για να δώσει μπόνους σε τραπεζικά στελέχη.
Η έρευνα άρχισε επίσης να εξετάζει εξονυχιστικά τους λογαριασμούς που άνοιξε μεταξύ 1952 και 1990 ένας ναζιστής επιστήμονας που είχε φυλακιστεί κατά τη διάρκεια των δικών της Νυρεμβέργης και έναν λογαριασμό που έκλεισε το 2002 και τον οποίο κατείχε ένας ναζιστής διοικητής που είχε δικαστεί και καταδικαστεί στη Νυρεμβέργη.
Αλλά καθώς η έρευνα εξελισσόταν, η Credit Suisse αντικατέστησε τον γενικό νομικό σύμβουλο που ήταν στη θέση του όταν ξεκίνησε η έρευνά του, τον Ρομέα Κερούτι, με έναν νέο κορυφαίο δικηγόρο, τον Μάρκους Ντιέθελμ, ο οποίος άρχισε να επανεξετάζει τις σημαντικότερες δεσμεύσεις της τράπεζας.
Τον Ιούνιο του 2022, ο Μπαρόφκσι ενημέρωσε τον Ντιέθελμ σχετικά με την έρευνα. Αμέσως μετά, ο τελευταίος διέταξε τον Μπαρόφσκι και την AlixPartners να διακόψουν τις εργασίες τους, σύμφωνα με άτομα που γνωρίζουν το θέμα και τα οποία επικαλούνται οι New York Times.
Αξιωματούχοι της τράπεζας δήλωσαν αργότερα στην επιτροπή ότι ο Ντιέθελμ έδωσε ξανά το πράσινο φως στην AlixPartners να συνεχίσει τις έρευνες τον Οκτώβριο. Είπαν όμως ότι η σχέση μεταξύ του Ντιέθελμ και του Μπαρόφκσι χάλασε και ο τελευταίος απολύθηκε τον Νοέμβριο.
Η αμφισβήτηση
Τον Φεβρουάριο, ο Γκράσλεϊ και ο πρόεδρος της επιτροπής προϋπολογισμού, ο γερουσιαστής Σέλντον Γουάιτχαουζ, ξεκίνησαν έρευνα για την υπόθεση.
Ενδεικτικό της σημασίας που δίνει η ελβετική τράπεζα στην εν λόγω έρευνα είναι το γεγονός ότι στελέχη της πέταξαν στην Ουάσιγκτον για να συναντηθούν με μέλη της επιτροπής ακόμα και την περίοδο που το μέλλον της Credit Suisse παιζόταν «στα ζάρια», με την εξαγορά της από την UBS.
Η επιτροπή άσκησε πιέσεις στην Credit Suisse για ένα από τα ζητήματα που επισήμανε ο Μπαρόφσκι: Γιατί δεν έψαξε για λογαριασμούς που συνδέονται με εκατοντάδες ονόματα ανθρώπων οι οποίοι συμμετείχαν σε ένα μυστικό δίκτυο που έβγαζε λαθραία Ναζί από τη Γερμανία μετά τον πόλεμο. Ο κατάλογος είχε καταρτιστεί από το Κέντρο Σιμόν Βίζενταλ.
Πηγή: Ot.gr
Η Credit Suisse απέστειλε επιστολή στην επιτροπή την περασμένη εβδομάδα λέγοντας ότι θα ερευνήσει τελικά τον εν λόγω κατάλογο.
Σε ανακοίνωσή του, όμως, το κέντρο αμφισβήτησε την αξιοπιστία οποιασδήποτε μελλοντικής έρευνας εάν δεν είναι ανεξάρτητη από την Credit Suisse, λέγοντας ότι η απόφαση της τράπεζας να απομακρύνει τον Μπαρόφκσι είχε υπονομεύσει την εμπιστοσύνη σε μια δίκαιη, ανεξάρτητη και διαφανή ιστορική ανασκόπηση.