«Δεν βλέπω να υπάρχει κίνδυνος», δηλώνει. «Το νομισματικό σύστημα δεν είναι πλέον τόσο εύθραυστο, όσο πριν από την οικονομική κρίση». Οι συγκρίσεις με το ξέσπασμα της χρεοκοπίας της Lehman Brothers είναι αδόκιμες. «Ζούμε σε μια εντελώς διαφορετική εποχή», τονίζει ο Σολτς.
Αυτό, σύμφωνα με τον ίδιο, οφείλεται στο ότι ο νομοθέτης και οι εποπτικές Αρχές των τραπεζών έχουν διδαχθεί από τη χρεοκοπία της αμερικανικής επενδυτικής τράπεζας το 2008, η οποία είχε κλονίσει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα σε όλο τον κόσμο.
Οι ρυθμίσεις για τις τράπεζες είναι σήμερα πιο αυστηρές απ’ ό,τι πριν από την οικονομική κρίση, επισημαίνει ο Γερμανός Καγκελάριος. Επιπλέον, οι υπεύθυνοι σε ΗΠΑ, Μεγάλη Βρετανία και Ελβετία «δρουν πλέον γρήγορα και αποφασιστικά». Γι’ αυτό και οι καταθέτες δεν χρειάζεται να ανησυχούν. «Οι καταθέσεις είναι ασφαλείς. Όχι μόνο λόγω της μεγαλύτερης ανθεκτικότητας του τραπεζικού συστήματος και των αυστηρότερων κανόνων, αλλά και λόγω της οικονομικής μας ισχύος».
Αισιόδοξος
Ο Καγκελάριος δηλώνει αισιόδοξος για τις μακροπρόθεσμες προοπτικές της γερμανικής Οικονομίας: «Η Γερμανία θα είναι εντελώς ουδέτερη κλιματικά σε 22 χρόνια, και αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει μια πραγματική αναπτυξιακή έκρηξη, παρόμοια με αυτή που η Γερμανία βίωσε τις δεκαετίες του 1950 και του 1960».
Ριζικές μεταρρυθμίσεις, όπως αυτές που προέβλεπε κάποτε η Agenda 2010 του Schröder λαμβάνουν ήδη χώρα, καθώς έχει ήδη δρομολογηθεί ο μετασχηματισμός της Βιομηχανίας με την απομάκρυνση από τη χρήση ορυκτών καυσίμων και την επέκταση χρήσης της Αιολικής και της Ηλιακής Ενέργειας. Από την άλλη πλευρά, την θετική διάθεση ενισχύουν έργα, όπως το νέο εργοστάσιο της Thyssen-Krupp Steel, στο οποίο έχουν επενδυθεί δισεκατομμύρια ευρώ, τα εργοστάσια ημιαγωγών και μπαταριών, καθώς οι επενδύσεις της αυτοκινητοβιομηχανίας. Η Γερμανία γίνεται και πάλι πιο ελκυστική για τους ιδιώτες επενδυτές, αναφέρει ο Όλαφ Σολτς.
Η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση ενισχύει την τάση θέτοντας «σαφείς στόχους, τους οποίους και επιδιώκει με συνέπεια». Και ο βασικός της στόχος αυτή τη στιγμή είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών.
Ανάγκη θεσμικής εξέλιξης εντοπίζει ο Καγκελάριος και στην ΕΕ. «Μέχρι τα μέσα αυτού του αιώνα θα υπάρχουν πιθανώς 10 δις άνθρωποι στον κόσμο, επομένως το ειδικό βάρος της ΕΕ με τα 400 εκ. πολίτες της θα μειωθεί», σημειώνει. Ταυτόχρονα, η Ένωση θέλει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της Τεχνολογίας και της Οικονομίας. «Για να πετύχει αυτό, θα πρέπει να αναπτύξουμε περαιτέρω την εσωτερική αγορά και να υλοποιήσουμε επιτέλους την Τραπεζική Ένωση και την Ένωση Κεφαλαιαγορών», προσθέτει. Όπως όμως και αν αναπτυχθεί η Ευρώπη, η συνεργασία με τις ΗΠΑ θα παραμείνει απαραίτητη, τονίζει.
Όφελος της Γερμανίας
Ο Καγκελάριος επαναλαμβάνει ότι η Γερμανία «έχει ωφεληθεί πάρα πολύ από την Παγκοσμιοποίηση» και ότι το δίδαγμα που αντλήθηκε από τον επιθετικό πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και τις πολιτικές και οικονομικές του επιπτώσεις είναι ότι η εστίαση σε μία ή δύο μόνο χώρες «δεν αποτελεί σοφή απόφαση». Η σωστή συνταγή είναι: «Περισσότερη ανθεκτικότητα μέσω της διαφοροποίησης».
Αναφερόμενος στον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Γερμανός Καγκελάριος διαβεβαιώνει ότι «η Γερμανία θα παρέχει στην Ουκρανία πολιτική, ανθρωπιστική, οικονομική και εξοπλιστική υποστήριξη για όσο διάστημα χρειαστεί». Αυτή τη στιγμή είναι σημαντικό να μην προμηθεύσει η Κίνα όπλα στη Ρωσία και να συνεχίσει να αποκλείει τη χρήση πυρηνικών όπλων, όπως δήλωσε κατά τη Σύνοδο Κορυφής του G-20 στο Μπαλί.
Κατά τα λοιπά, όλοι θα πρέπει «να είναι προετοιμασμένοι για έναν μεγαλύτερο σε διάρκεια πόλεμο, ακόμα κι αν είναι επιθυμητό ένα γρήγορο τέλος του». Όσο, δε, αφορά τις εγγυήσεις Ασφαλείας που θα πρέπει να δοθούν στο Κίεβο μετά το τέλος του πολέμου, αυτές «είναι απαραίτητες» και αποτελούν αντικείμενο συζήτησης «εδώ και μήνες». «Όμως το πρώτο πράγμα που πρέπει να συμβεί είναι ο τερματισμός των εχθροπραξιών και η αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων, όλα τα άλλα ζητήματα έπονται».
Ο Γερμανός Καγκελάριος επιβεβαιώνει την αρνητική του στάση έναντι της συγκρότησης Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας στη Γερμανία και απορρίπτει τα αιτήματα εντός της Ομοσπονδιακής Κυβέρνησης για ανάληψη υψηλότερων χρεών και χαλάρωση του «Φρένου του Χρέους». «Η πρόκληση πλέον είναι να δημιουργηθούν προϋπολογισμοί που δεν θα αξιοποιούν τον κανόνα της εξαίρεσης από το προβλεπόμενο στο Σύνταγμα "Φρένο του Χρέους"». Ο ίδιος θεωρεί ότι «σε πολλά σημεία» στον προϋπολογισμό υπάρχουν δυνατότητες εξοικονόμησης πόρων.
Πηγή: ΚΥΠΕ