Το Σεμινάριο, το οποίο διοργανώθηκε από το ΙΔΕΠ Διά Βίου Μάθησης, χρηματοδοτήθηκε από τη Βασική Δράση 3 του Προγράμματος Erasmus+ και ειδικότερα, από το κονδύλι που αφορά τις Δραστηριότητες Κατάρτισης και Συνεργασίας - Training and Cooperation Activities (TCAs).
Οι Δραστηριότητες Κατάρτισης και Συνεργασίας συγκαταλέγονται στις δράσεις που θεωρούνται υψίστης σημασίας, καθώς εξυπηρετούν την ικανοποίηση συγκεκριμένων αναγκών υφιστάμενων ή δυνητικών δικαιούχων.
Γενικότερα, η συμμετοχή ευρωπαϊκών ιδρυμάτων και οργανισμών στα Σεμινάρια Επαφών στοχεύει στην εξεύρεση εταίρων και τη δημιουργία συνεργασιών, με απώτερο στόχο τη δημιουργία και την υποβολή προτάσεων για επιχορήγηση και ανάπτυξη ποιοτικών έργων, στα πλαίσια των Βασικών Δράσεων 1 και 2 του Προγράμματος Erasmus+.
Κατά τη διάρκεια του εν λόγω σεμιναρίου, εκπρόσωποι από διάφορα ευρωπαϊκά ιδρύματα και οργανισμούς είχαν την ευκαιρία να θέσουν τις βάσεις για μελλοντικές συνεργασίες γύρω από προκαθορισμένες θεματικές ενότητες.
Συγκεκριμένα, στο σεμινάριο έλαβαν μέρος 70 συμμετέχοντες από 17 χώρες.
Οι χώρες αυτές ήταν η Σλοβενία, η Εσθονία, το Βέλγιο, η Πολωνία, η Γερμανία, η Σουηδία, η Δανία, η Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, το Λουξεμβούργο, η Κροατία, η Αυστρία, η Λετονία, η Τσεχία, η Λιθουανία, η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Κύπρος.
Το σεμινάριο επικεντρώθηκε στο θέμα της εκτίμησης του προϋπολογισμού, κατά την συγγραφή και ετοιμασία μίας Πρότασης Βασικής Δράσης 2, δεδομένης της υϊοθέτησης του νέου χρηματοδοτικού μοντέλου που βασίζεται σε κατ’ αποκοπήν ποσά.
Μέσα από την παροχή καθοδήγησης για την ετοιμασία του πιο κατάλληλου σε κάθε περίπτωση προϋπολογισμού, στόχος παρέμεινε η ανάπτυξη συνεργασιών για δημιουργία και υποβολή προτάσεων Βασικής Δράσης 2.
Σε χαιρετισμό που απηύθυνε στους συμμετέχοντες ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΙΔΕΠ Διά Βίου Μάθησης, Δρ Ονησίφορος Ιορδάνους, ανέφερε ότι «το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Erasmus+ αποσκοπεί στην ενίσχυση της συνεργασίας και την αύξηση της πρόσβασης των ευρωπαίων πολιτών, σε ένα ευρύ φάσμα ευκαιριών μάθησης, που είναι διαθέσιμες στις συμμετέχουσες χώρες».
Οι συμμετέχοντες έδωσαν πολύ θετική ανατροφοδότηση, εστιάζοντας στο ότι ενισχύθηκαν οι δεξιότητές τους για διακρατική συνεργασία και διεθνοποίηση των εργασιών των οργανισμών τους.