Σύμφωνα με την Eurostat, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει διαταράξει σημαντικά τις παγκόσμιες γεωργικές αγορές το 2022.
Η Ρωσία και η Ουκρανία ήταν σημαντικοί εξαγωγείς σιτηρών, σιταριού, καλαμποκιού, ελαιούχων σπόρων (ιδιαίτερα ηλίανθων) και λιπασμάτων μέχρι την έναρξη του πολέμου.
Επιπλέον, οι δράσεις για τη σταδιακή εξάλειψη της εξάρτησης της Ε.Ε. από τα ρωσικά ορυκτά καύσιμα έχουν οδηγήσει σε αύξηση των τιμών της ενέργειας.
Όλα αυτά στηρίζουν την απότομη αύξηση των τιμών για βασικά γεωργικά προϊόντα και εισροές, όπως δείχνουν τα νέα στοιχεία της Eurostat.
Εκτοξεύθηκαν οι τιμές
Πιο αναλυτικά, μεταξύ του δεύτερου τριμήνου του 2021 και του δεύτερου τριμήνου του 2022, η μέση τιμή των υπηρεσιών και αγαθών που καταναλώνονται επί του παρόντος στη γεωργία, δηλαδή οι εισροές, οι οποίες δεν σχετίζονται με επενδύσεις, αυξήθηκε κατά 36% για το ίδιο «καλάθι» των εισροών.
Επιπλέον, σημειώθηκαν σημαντικές αυξήσεις των τιμών για τα λιπάσματα και τα βελτιωτικά εδάφους κατά 116% και για την ενέργεια και τα λιπαντικά κατά 61%.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η μέση τιμή των γεωργικών προϊόντων στο σύνολό της παραγωγής για το δεύτερο τρίμηνο του 2022, επίσης αυξήθηκε απότομα κατά 25% για το ίδιο «καλάθι» προϊόντων. Ιδιαίτερα απότομες αυξήσεις σημειώθηκαν στα δημητριακά, με ένα ποσοστό αύξησης 68%, στους ελαιούχους σπόρους και στα ελαιώδη φρούτα με αύξηση 59% και στα αυγά με 45%.
Σε κάθε κράτος μέλος, η μέση τιμή και των δύο εισροών, που δεν σχετίζονται με τις επενδύσεις και τη γεωργική παραγωγή, αυξήθηκε μεταξύ του δεύτερου τριμήνου του 2021 και του δεύτερου τριμήνου του 2022.
Οι πιο απότομοι ρυθμοί αύξησης της μέσης τιμής της γεωργικής παραγωγής κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου σημειώθηκαν στη Λιθουανία με αύξηση 65%, στην Εσθονία με αύξηση 53% και στην Ουγγαρία με αύξηση 43%. Τα μικρότερα ποσοστά αύξησης παρατηρήθηκαν στη Δανία με αύξηση 7%, στη Μάλτα και στην Πορτογαλία με ίδια αύξηση 12%.
Οι πιο απότομοι ρυθμοί αύξησης της μέσης τιμής των εισροών που δεν σχετίζονται με επενδύσεις καταγράφηκαν στη Λιθουανία με το συντριπτικό ποσοστό των 91%, ακολουθούμενη από τη Λετονία η οποία είχε αύξηση κατά 62% και από την Κροατία με αύξηση 50%.