Τι κατέδειξε η μεθοδολογία που ανέπτυξε η ερευνητική ομάδα
Η αρχική θεώρηση της COVID-19 ως εμπύρετου νοσήματος του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος καλύπτει μόλις το 1/5 των υφιστάμενων κλινικών εκδηλώσεών της, σύμφωνα με τα όσα κατέδειξε νέα έρευνα του Πανεπιστημίου Κύπρου. O Νευρολόγος Γεώργιος Βαβουγυιός, Επισκέπτης Λέκτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κύπρου και ιατρός-ακαδημαϊκός στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας συμμετείχε ως πρώτος και κύριος ερευνητής στην αναγνώριση των πέντε κλινικών φαινοτύπων της COVID-19.
Στην αρχική φάση της πανδημίας της COVID-19, οι ορισμοί της νόσου αξιοποιούσαν μόνο τα συμπτώματα του αναπνευστικού και την παρουσία πυρετού. Ωστόσο, νεότερα δεδομένα, κατέδειξαν πως η νόσος COVID-19 είναι πολυσυστηματική και πολύ ετερογενής, και δεν συμμορφώνεται με την ως τώρα τυπική θεώρησή της ως πρωταρχικώς εμπύρετο νόσημα του κατώτερου αναπνευστικού.
Σε προηγούμενες εργασίες, η ερευνητική ομάδα του Δρα Βαβουγυιού ανέπτυξε ειδικούς αλγορίθμους και απέδειξε ότι η μαθηματική μοντελοποίηση των κυριότερων χαρακτηριστικών μίας νόσου με ανάλυση μεγάλων δεδομένων μπορεί να οδηγήσει σε αναγνώριση νέων κλινικών υποτύπων της νόσου. Η τεχνική αυτή έχει υιοθετηθεί από πολλαπλές ανεξάρτητες ομάδες ερευνητών/τριών, και χρησιμοποιήθηκε για να αναδείξει την ετερογένεια νοσημάτων της κλινικής έκφρασης διαφόρων νοσημάτων.
Σε συνεργασία με το Facebook Data for Good και την επιδημιολογική ομάδα του Πανεπιστημίου του Carnegie Mellon (CMU) , η παραπάνω τεχνική αναγνώρισης προτύπων χρησιμοποιήθηκε σε επιδημιολογικά δεδομένα πληθυσμού των ΗΠΑ, μέσω της μελέτης COVID-19 Trends and Impact Survey (CTIS) για το διάστημα μεταξύ Μάρτιου – Δεκέμβριου 2020, και αρχικά δεδομένα πλέον των 1.000.000 συμμετεχόντων ανά ημέρα, και συνολικό δείγμα για την ανάλυσή (κατόπιν εφαρμογής κριτηρίων εισαγωγής και αποκλεισμού) πλέον των 300.000 συμμετεχόντων συνολικά.
Η μεθοδολογία την οποία ανέπτυξε ο Δρ Βαβουγυιός και η ερευνητική ομάδα του ανέδειξε την παρουσία 5 φαινοτύπων – συνδρόμων COVID-19:
ANCOS: Χαρακτηρίζεται από γενικευμένη κακουχία, απουσία πυρετού και συμπτωμάτων εκ της αναπνευστικής οδού, με ελάχιστα ή καθόλου λοιπά συμπτώματα.
ACOS: Χαρακτηρίζεται από συμπτώματα απύρετου λοίμωξης ανώτερου αεραγωγού, απουσία πυρετού, και ελάχιστα ή καθόλου λοιπά συμπτώματα.
FMS: Συμβατό με το αρχικά αναγνωριζόμενο τυπικό, εμπύρετο σύνδρομο, με εκδηλώσεις του αναπνευστικού και του γαστρεντερικού.
OGIP: Χαρακτηρίζεται από προεξάρχουσα οσφρητική και γευστική δυσλειτουργία, απουσία πυρετού και συμπτωμάτων εκ της αναπνευστικής οδού, με ελάχιστα ή καθόλου λοιπά συμπτώματα.
OSDS: Χαρακτηρίζεται από κεφαλαλγία κατά 30%, άτυπα συμπτώματα στο 70%, απουσία πυρετού και συμπτωμάτων εκ του αναπνευστικού, γαστρεντερικού και απουσία κακουχίας.
Η αξία της πιο πάνω μεθοδολογίας στην επιδημιολογία, τόσο ερευνητικά όσο και εφαρμοστικά, έγκειται στο ότι παρέχει ένα εργαλείο αμερόληπτης φαινοτύπησης νοσημάτων. Στις περιπτώσεις πανδημιών ή επιδημιών, επιτρέπει την αναγνώριση κλινικά σημαντικών υποτύπων νοσημάτων τα οποία συμμετέχουν στην μετάδοση της νόσου παρότι δεν χαρακτηρίζονται από κλινικά «θορυβώδη» χαρακτηριστικά, όπως το εμπύρετο και η προσβολή του κατώτερου αναπνευστικού.
Αυτούσια την έρευνά μπορείτε να την διαβάσετε ΕΔΩ.