Οι εκτιμήσεις του καθηγητή Διεθνούς Εμπορίου, Δρ Μιχάλη Μιχαήλ
Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης σίγουρα θα μειωθεί, ενώ παραμένει ερώτημα αν θα έχουμε ύφεση, δηλαδή αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης και μείωση της παραγωγής, ως αποτέλεσμα της αύξησης των επιτοκίων από τις Κεντρικές Τράπεζες, για να καταπολεμήσουν τον πληθωρισμό που προκαλείται από τον πόλεμο στην Ουκρανία και τα νέα περιοριστικά μέτρα της Κίνας, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο καθηγητής Διεθνούς Εμπορίου του Πανεπιστημίου Κύπρου, δρ Μιχάλης Μιχαήλ.
Όπως είπε, οι τιμές στην ενέργεια και τα μεταλλεύματα ήταν ήδη αυξημένες εξαιτίας της πανδημίας και της πολιτικής των κυβερνήσεων και των Κεντρικών Τραπεζών, που λάμβαναν μέτρα για να αποφύγουν την ύφεση. Επιπλέον, το κόστος μεταφοράς ήταν αυξημένο, λόγω της μεγάλης ζήτησης εμπορευματοκιβωτίων και της μειωμένης διαθεσιμότητας, καθώς υπήρχαν καθυστερήσεις σε πολλά λιμάνια, εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδείνωσε την πιο πάνω κατάσταση, καθώς η Ρωσία και η Ουκρανία είναι μεγάλοι παραγωγοί ενέργειας, πετρελαίου, φυσικού αερίου και πολλών ορυκτών, αλλά και σιτηρών. Τόσο ο πόλεμος, όσο και οι κυρώσεις που επέβαλε η Δύση στη Ρωσία, είχαν ως αποτέλεσμα να αυξηθούν σημαντικά οι τιμές της ενέργειας, και πολλών μεταλλευμάτων, πρόσθεσε ο δρ Μιχαήλ.
Από την άλλη, το ξέσπασμα της πανδημίας εκ νέου στην Κίνα και το lockdown σε μεγάλες πόλεις, όπως η Σαγκάη, έχει σαν αποτέλεσμα τη μείωση της παραγωγής της Κίνας, με συνεπακόλουθη μείωση ζήτηση πρώτων υλών, με αρνητική επίπτωση στην τιμή του πετρελαίου και των ορυκτών, σημείωσε στο ΚΥΠΕ, ο δρ Μιχαήλ. Επιπρόσθετα, είπε, παρόλο που τα λιμάνια στην Κίνα εξακολουθούν να λειτουργούν, επηρεάστηκε η εύρυθμη λειτουργία τους από τα περιοριστικά μέτρα, καθώς έχει αυξηθεί ο χρόνος εξυπηρέτησης των πλοίων. Αυτό θα έχει περαιτέρω αυξητικές πιέσεις στο κόστος μεταφοράς, σημείωσε.
Επομένως, είπε ο δρ Μιχαήλ, λειτουργούν δύο αντίθετες δυνάμεις: Από τη μια ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις που τείνουν να πιέζουν προς αύξηση της τιμής της ενέργειας και αρκετών ορυκτών που εξάγει η Ρωσία και από την άλλη το lockdown και η μείωση της παραγωγής στην Κίνα, που αναμένεται να έχει αρνητική επίδραση στις τιμές των πρώτων υλών και της ενέργειας.
Οι αυξήσεις των τιμών στην ενέργεια και στο κόστος μεταφοράς, έχουν μεταφερθεί στις αυξημένες τιμές των προϊόντων του καταναλωτή, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με τον καθηγητή, να καταγράφεται ψηλός πληθωρισμός σχεδόν σε όλες τις χώρες. Προσπαθώντας να τον αντιμετωπίσουν, κάποιες κεντρικές τράπεζες άρχισαν να αντιδρούν, αυξάνοντας τα επιτόκια, με στόχο να μειωθεί η ζήτηση, για να μειωθούν οι τιμές και ο πληθωρισμός, είπε.
«Το επόμενο διάστημα φαίνεται θα έχουμε σκαμπανεβάσματα στις τιμές της ενέργειας και στις τιμές αρκετών ορυκτών και σιτηρών, αλλά με την πάροδο του χρόνου αναμένω ότι η πολιτική των Κεντρικών Τραπεζών να μειώσουν τον πληθωρισμό στην Ευρώπη και την Αμερική, πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε ύφεση, μείωση της ζήτησης, μείωση της παραγωγής και αυτό θα πιέσει προς τα κάτω τη ζήτηση για ενέργεια και ορυκτά», είπε.
Άρα, πρόσθεσε, «αναμένω ότι σε ορισμένους μήνες θα έχουμε μία πίεση προς τα κάτω των τιμών των ορυκτών, του ρεύματος, της ενέργειας κ.λπ., που θα μειώσουν τον ρυθμό πληθωρισμού, όπως είναι ο στόχος των Κεντρικών Τραπεζών».
Αυτό όμως σίγουρα θα έχει επίπτωση στην οικονομική ανάπτυξη, σημείωση. «Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης σίγουρα θα μειωθεί και παραμένει ερώτημα αν θα έχουμε ύφεση, δηλαδή αρνητικό ρυθμό ανάπτυξης, μείωση της παραγωγής. Πολύ φοβάμαι, και αυτό περιμένουν και οι περισσότεροι οικονομολόγοι, ότι σε αρκετές χώρες πιθανότατα ο ρυθμός ανάπτυξης να γίνει αρνητικός, δηλαδή η παραγωγή να μειωθεί», ανέφερε.
Ερωτηθείς για τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας, που είχε οξυνθεί επί Τραμπ, ο δρ Μιχαήλ σημείωσε ότι εν όψει του πολέμου στην Ουκρανία, δεν δίνεται ιδιαίτερη έμφαση στη φιλελευθεροποίηση των εμπορικών σχέσεων των δύο χωρών. Εξακολουθούν να είναι σε εφαρμογή οι περιορισμοί που μπήκαν επί Τραμπ, οι οποίοι δημιουργούν επιπλέον πρόβλημα στην εύρυθμη λειτουργία του διεθνούς εμπορίου.
Ο πόλεμος, εκτίμησε, θα έχει μεγάλη επίδραση στα πραγματικά εισοδήματα κυρίως των φτωχών χωρών. Ήδη πριν τον πόλεμο υπήρχαν αυξητικές τάσεις στις τιμές των γεωργικών προϊόντων. «Επομένως, προκύπτει ένα μεγαλύτερο πρόβλημα για τις φτωχές χώρες, οι οποίες αφιερώνουν ένα πολύ μεγάλο μέρος των εισοδημάτων στα τρόφιμα και στην ενέργεια. Οι συνέπειες για αυτούς θα είναι πολύ μεγαλύτερες», σημείωσε.
Όσον αφορά την Κύπρο, ο δρ Μιχαήλ είπε ότι επηρεαζόμαστε και λόγω της αύξησης των τιμών, αλλά κυρίως επηρεάζεται η παραγωγή, ειδικά οι υπηρεσίες. Περίπου το 30% των τουριστών προέρχονταν από Ρωσία και Ουκρανία, που φέτος δεν αναμένεται να έρθουν, σημείωσε, κάτι που μειώνει την παροχή υπηρεσιών και θα σπρώξει προς τα κάτω τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας. Επιπλέον, αν η ΕΕ αποφασίσει περαιτέρω κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας, είπε, πιθανώς να επηρεαστεί η ναυτιλία, της οποίας η συνεισφορά στο ΑΕΠ της Κύπρου είναι γύρω στο 5%, με επιπλέον αρνητικές συνέπειες για την κυπριακή οικονομία.