Ο τραπεζικός τομέας της Κύπρου αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία από μια οικονομικά υγιή θέση, δήλωσε χθες ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, Κωνσταντίνος Ηροδότου, προσθέτοντας ότι οι άμεσοι δεσμοί του τραπεζικού τομέα της Κύπρου με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένοι.
Σε ομιλία του στο συνέδριο του Συνδέσμου Εγκεκριμένων Λογιστών Κύπρου στη Λεμεσό, ο κ. Ηροδότου αναφέρθηκε στην κατάσταση στην Κύπρο, λέγοντας ότι η άνοδος των τιμών του πετρελαίου έχει άμεσο αντίκτυπο στο κόστος ζωής των νοικοκυριών και στο κόστος παραγωγής των επιχειρήσεων, ενώ οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία επηρεάζουν κυρίως τους τομείς του τουρισμού και των επαγγελματικών υπηρεσιών και αναμένεται να επιβαρύνουν την οικονομική δραστηριότητα.
Όπως είπε, αναμένεται να μειώσουν το επίπεδο αύξησης του ΑΕΠ το 2022, όπως εκτιμάται σήμερα, κατά περίπου 1,3 ποσοστιαίες μονάδες, από 3,6 τοις εκατό που ήταν οι προβλέψεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου τον Δεκέμβριο, σε περίπου 2, 3 τοις εκατό, ενώ ο πληθωρισμός αναμένεται επί του παρόντος να κυμανθεί γύρω στο 6,8 τοις εκατό το 2022, σε σύγκριση με την πρόβλεψη του Δεκεμβρίου για 2,5 τοις εκατό.
Αυτός ο αντίκτυπος, πρόσθεσε, συνδέεται με την άνοδο των τιμών του πετρελαίου και άλλων εμπορευμάτων, καθώς και με τη διακοπή των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών προς τη Ρωσία, που κατά μέσο όρο αποτελούν περίπου το 16 τοις εκατό των συνολικών εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών, όπως πχ ο τουρισμός, οι μεταφορές, χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, υπηρεσίες πληροφορικής.
Ωστόσο, σημείωσε ότι οι μεσοπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές παραμένουν θετικές, υποστηριζόμενες από εκταμιεύσεις από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, υπενθυμίζοντας ότι για την Κύπρο για την περίοδο 2021-2026 είναι €1,2 δις.
Σε ό,τι αφορά τον τραπεζικό τομέα της Κύπρου, ο κ. Ηροδότου ανέφερε πως αντιμετωπίζει τις επιπτώσεις της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία από μια γερή οικονομική θέση.
Εξήγησε ότι ο Δείκτης Κάλυψης Ρευστότητας ανέρχεται σε 344 τοις εκατό τον Φεβρουάριο του 2022, σχεδόν διπλάσιος από τον αντίστοιχο μέσο όρο της ΕΕ που είναι 175 τοις εκατό, προσθέτοντας ότι το πιο σημαντικό είναι ότι οι άμεσες επιπτώσεις του πολέμου στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα δεν φαίνεται να αποτελούν απειλή για τον τραπεζικό τομέα, αφού οι άμεσοι δεσμοί του τραπεζικού τομέα της Κύπρου με τη Ρωσία και την Ουκρανία είναι περιορισμένοι. Ενδεικτικά, ανέφερε ότι τον Δεκέμβριο του 2021, το σύνολο του ενεργητικού, που είναι δάνεια και καταθέσεις από τις δύο χώρες, ανερχόταν σε μόλις 0,8 τοις εκατό των συνολικών δανείων και 4,7 τοις εκατό των συνολικών καταθέσεων αντίστοιχα.
Σημείωσε ότι η μόνη τράπεζα της οποίας το επιχειρηματικό μοντέλο επηρεάστηκε από τον πόλεμο και τις κυρώσεις στη Ρωσία ήταν η RCB Bank και είπε ως η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου ενήργησε προληπτικά και έγκαιρα προστατεύοντας τους καταθέτες και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα της χώρας μέσα από ενέργειες της ίδιας της ΚΤΚ και με τη συνεργασία RCB Bank.
Αναφερόμενος στα δάνεια, είπε ότι ο συνολικός νέος δανεισμός προς τα νοικοκυριά το 2021 ανήλθε σε 1,4 δισ. ευρώ, υψηλότερος από το 1,2 δισ. ευρώ που χορηγήθηκε κατά το 2019 πριν την πανδημία και πολύ πάνω από το 1,1 δισ. 2020, ενώ η δυναμική έχει διατηρηθεί και το πρώτο δίμηνο του 2022. Επιπλέον, ανέφερε ότι ο συνολικός νέος δανεισμός προς τις επιχειρήσεις το 2021 ήταν 1,5 δισ. ευρώ, το οποίο είναι υψηλότερο από τα 1,3 δισ. ευρώ που χορηγήθηκε το 2020, αλλά μειώθηκε σε σύγκριση με τα 2 δισ. ευρώ που χορηγήθηκαν το 2019.
Δήλωσε ότι οι τράπεζες πρέπει προς όφελός τους και για την κερδοφορία τους καθώς και για το καλό της κυπριακής οικονομίας, να γίνουν πιο αποτελεσματικές στην εξυπηρέτηση των πελατών τους και πρόσθεσε ότι το έχει επισημάνει πολλές φορές στους Διευθύνοντες Συμβούλους και στους Προέδρους των Τραπεζών. Ανέφερε ότι πραγματοποιήθηκε συνάντηση μεταξύ της ΚΤΚ, με ενδιαφερόμενους φορείς της οικονομίας όπως το ΚΕΒΕ, τους λογιστές, τους δικηγόρους και τις τράπεζες, για την προώθηση καλύτερων και πιο αποτελεσματικών τρόπων συναλλαγών με τον τραπεζικό τομέα.
Εξέφρασε ωστόσο απογοήτευση, λέγοντας ότι δεν υπάρχει ακόμη πρόοδος στην πράξη και κάλεσε όλα τα μέρη να συνεχίσουν τις συζητήσεις, αλλά το πιο σημαντικό να περάσουν από τα λόγια στα έργα.
Ανέφερε ότι προκειμένου να βοηθηθεί η κατάσταση και η οικονομία του τόπου, η ΚΤΚ ξεκίνησε επίσης το έργο ψηφιοποίησης της διαδικασίας ενσωμάτωσης πελατών του τραπεζικού τομέα καθώς και ανταλλαγής πληροφοριών πελατών μεταξύ των τραπεζών. Σημείωσε στο σημείο αυτό ότι αυτό δεν αποτελεί ευθύνη ή αρμοδιότητα της κεντρικής τράπεζας, αλλά ότι η απόφαση αυτή έγινε προκειμένου να προωθηθεί η τεχνολογική εξέλιξη στον τραπεζικό τομέα.
"Θέσαμε αυτό το έργο ως προτεραιότητα και λάβαμε τη δέσμευση των κυπριακών τραπεζών να αγκαλιάσουν και να συμμετάσχουν στο έργο. Είμαστε τώρα σε προχωρημένο στάδιο διαμόρφωσης των απαιτήσεων από τεχνολογικής και νομικής άποψης για το έργο αυτό", είπε.
Συμπλήρωσε πως αυτό το έργο θα εφαρμοστεί σε διάφορα στάδια που περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων την εξ αποστάσεως ψηφιακή ενσωμάτωση νέων πελατών μέσω μιας ψηφιοποιημένης διαδικασίας που θα επικεντρωθεί αρχικά στους πολίτες της Κύπρου, επιτρέποντας την επέκταση ώστε να περιλαμβάνει πολίτες της ΕΕ και πολίτες από τρίτες χώρες καθώς και νομικές οντότητες, την ανάπτυξη λύσης διαλειτουργικότητας με παρόχους υπηρεσιών κοινής ωφέλειας και κυβερνητικές υπηρεσίες, επιτρέποντας την πιθανή ενσωμάτωση ηλεκτρονικών ταυτοτήτων όπως προβλέπεται στον Ευρωπαϊκό Κανονισμό και την ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ των τραπεζών που συμμετέχουν όταν υπάρχει ενημέρωση των δεδομένων των πελατών για σκοπούς συμμόρφωσης με το AML/Know Your Customer ή όταν υπάρχει ένας νέος πελάτης και το άτομο αυτό είναι ήδη πελάτης μιας τράπεζας που συμμετέχει .
Εξέφρασε τη δέσμευση της ΚΤΚ στην εφαρμογή του έργου αυτού, λέγοντας ότι τα οφέλη για όλους τους ενδιαφερόμενους και ιδιαίτερα για τους πελάτες των τραπεζών θα είναι απτά από άποψη εξοικονόμησης κόστους και χρόνου, κάτι που θα ωφελήσει ολόκληρη την κυπριακή οικονομία συμπεριλαμβανομένων των ίδιων των τραπεζών.
ΠΗΓΗ: ΚΥΠΕ