Έρευνα της ΠΟΒΕΚ για τις επιπτώσεις και τις συνέπειες της πανδημίας
Την αισθητή μείωση του κύκλου εργασιών, των κερδών και της ρευστότητας των μικρομεσαίων επιχειρήσεων κατά την περίοδο της πανδημίας, χωρίς όμως αξιοσημείωτη μείωση του αριθμού των υπαλλήλων τους, κατέδειξε παγκύπρια έρευνα της ΠΟΒΕΚ, σε συνεργασία με την Τράπεζα Κύπρου και το Γραφείο Ερευνών της Εταιρείας Retail Zoom (Μάρτιος 2020 - Δεκέμβριος 2021).Σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, οι επιχειρήσεις προχώρησαν ως επί το πλείστο σε αλλαγή του τρόπου λειτουργίας τους, ενώ η πλειοψηφία (83%) των συμμετεχόντων, πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις, θεωρούν ως ανεπαρκή τα μέτρα στήριξης από το κράτος.
Στην έρευνα έλαβαν μέρος, με τη συμπλήρωση ερωτηματολογίου, 541 μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που προέρχονται από το λιανικό και χονδρικό εμπόριο, την εστίαση, τη ψυχαγωγία και τα τεχνικά επαγγέλματα. Από αυτές, το 70% απασχολεί από 2 έως 9 άτομα, το 18% μόνο 1 άτομο και το 12% από 10 έως 49 άτομα.Η ΠΟΒΕΚ αναφέρει ότι η κυπριακή οικονομία συνεχίζει να στηρίζεται στη βάση των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων και προσθέτει ότι τα βασικά προβλήματα που έχουν αναδειχθεί μέσω της ερευνάς προϋπήρχαν και τα οποία έχουν διογκωθεί, σε μεγάλο βαθμό λόγω της πανδημίας και της παρατεταμένης διάρκειας της. Η ευελιξία και η προσαρμογή των πολύ μικρών και μικρών επιχειρήσεων σε συνδυασμό με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο οικονομικής πολιτικής που να τις στηρίζει, σύμφωνα με την ΓΣ ΠΟΒΕΚ, «αποτελούν τους βασικούς άξονες για αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας, με τις όσο το δυνατό λιγότερες δυνατές απώλειες, αλλά και την εγγύηση σταθερότητας και ανάπτυξης της κυπριακής οικονομίας».
Αναλυτικά τα αποτελέσματα της έρευνας
Σύμφωνα με την ΠΟΒΕΚ, τα αποτελέσματα της έρευνας κατέδειξαν ότι ο κύκλος εργασιών, τα κέρδη, και η ρευστότητα μειώθηκαν αισθητά, με τη μείωση στο 58% των συμμετεχόντων να είναι μεγάλη και στο 26% αισθητή μείωση.Επίσης, το 43% μείωσε το προσωπικό του μέχρι 20%, κυρίως στον τομέα εστίασης/ψυχαγωγίας, ενώ οι επιχειρήσεις προχώρησαν ως επί το πλείστο σε αλλαγή του τρόπου λειτουργίας τους. Ειδικότερα, το 61% προχώρησε σε αλλαγές όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας του (διαδικτυακές πωλήσεις, ψηφιακή αναβάθμιση και εισαγωγή νέων προϊόντων/υπηρεσιών). Επιπλέον, αξιοσημείωτη αύξηση των πωλήσεων στις επιχειρήσεις έφερε κυρίως η υπηρεσία delivery. Η πλειοψηφία (83%) των συμμετεχόντων θεωρεί ως ανεπαρκή τα μέτρα στήριξης από το κράτος, κατά την περίοδο της πανδημίας (απευθείας στήριξη – ενοίκια – κόστος ενέργειας – ψηφιακή αναβάθμιση – υποχρεώσεις προς το κράτος), ενώ η κρατική χορηγία/σχέδια στήριξης αποτελούν την πρώτη λύση στην οποία θα στραφούν οι περισσότερες επιχειρήσεις, σε περίπτωση ανάγκης χρηματοδότησης της επιχείρησης τους. Οι ανησυχίες των επιχειρήσεων εστιάζονται στο κόστος σε ενοίκια (ποσοστό 78%), σε διάφορα χρέη (ποσοστό 73%) και στο συσσωρευμένο δανεισμό (ποσοστό 72%), ενώ αξιοσημείωτη ανησυχία προκαλεί και η αύξηση του ανταγωνισμού (ποσοστό 52%). Σε σχέση με την εκπαίδευση και κατάρτιση των επιχειρήσεων, οι μεγαλύτερες ανάγκες σχετίζονται με το ψηφιακό marketing, τη στρατηγική marketing, την ανάπτυξη νέων προϊόντων και τα χρηματοδοτικά προγράμματα. Αναφορικά με τις τράπεζες, οι επιχειρήσεις θα προτιμούσαν να προσφέρονταν σε αυτές πρωτίστως χαμηλά επιτόκια ( 33% ), χαμηλότερες χρεώσεις ( 30 % ) και εύκολη και γρήγορη χρηματοδότηση ( 30% ). «Στην πλειοψηφία τους οι συμμετέχοντες θεωρούν την επιδότηση του επιτοκίου ως πιο επιθυμητή στήριξη παρά την παροχή δανείων με κρατικές εγγυήσεις», προστίθεται.
Τέλος, το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων διατηρεί ελεγμένα οικονομικά ετήσια αποτελέσματα, σε ποσοστό 84%.