Παρά τις διαφωνίες των τραπεζών και της κυβέρνησης, αλλά και τις επιφυλάξεις αρκετών κομμάτων η κοινοβουλευτική Επιτροπή Οικονομικών αποφάσισε χθες όπως η πρόταση νόμου του ΑΚΕΛ για έκτακτη φορολόγηση των τραπεζών τεθεί τελικά ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής την ερχόμενη Πέμπτη.
Η πρόταση που κατέθεσε ο γ.γ. του ΑΚΕΛ Στέφανος Στεφάνου έχει αναθεωρηθεί και δεν προβλέπει πλέον τη δημιουργία ταμείου όπου θα καταλήγουν τα πρόσθετα έσοδα από το προτεινόμενο έκτακτο τέλος αλληλεγγύης των τραπεζών για το 2024 και το 2025, προκειμένου να αντιμετωπιστούν ζητήματα συνταγματικότητας που έθιξαν σε προηγούμενες συνεδριάσεις της Επιτροπής Οικονομικών η Νομική Υπηρεσία και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη.
Εντούτοις, εκπρόσωπος του Υπουργείου Οικονομικών, αλλά και της Νομικής Υπηρεσίας έθεσαν εκ νέου ζητήματα αντισυνταγματικότητας της πρότασης και στη σημερινή εξέτασή της από την Επιτροπή Οικονομικών, οπόταν δεν αποκλείεται σε περίπτωση υπερψήφισης της πρότασης του ΑΚΕΛ, αυτή είτε να αναπεμφθεί, είτε να γίνει αναφορά της στο Ανώτατο Δικαστηρίου.
Σύμφωνα με το σκηνικό όπως διαμορφώνεται για την ώρα, η υπερψήφισή της πρότασης δεν είναι το επικρατέστερο σενάριο καθώς πέραν του ΑΚΕΛ και των Οικολόγων που τάσσονται ξεκάθαρα υπέρ της, τα υπόλοιπα κόμματα διατηρούν ενστάσεις, αν και επιφυλάχθηκαν να τοποθετηθούν επίσημα στην Ολομέλεια της Βουλής την Πέμπτη.
Υπενθυμίζεται, πάντως, πως μόλις την περασμένη εβδομάδα ο ΔΗΣΥ με ανακοίνωσή του εξέφραζε την αντίθεση του με την πρόταση, για την οποία σοβαρές επιφυλάξεις εξέφρασε την περασμένη Παρασκευή και η αναπληρωτής πρόεδρος του ΔΗΚΟ Χριστιάνα Ερωτοκρίτου. Με την τελευταία, όμως, να σημειώνει πως εξέφραζε προσωπικές απόψεις.
Εξάλλου, κάθετη διαφωνία με την πρόταση εξέφρασε και σήμερα εκπρόσωπος του Συνδέσμου Τραπεζών Κύπρου, επαναλαμβάνοντας μεταξύ άλλων πως το προτεινόμενο τέλος θα αποτελέσει στην ουσία μια τρίτη φορολογία για τις τράπεζες. Κι αυτό γιατί πέραν της φορολογίας επί των κερδών, οι τράπεζες συνεχίζουν να καταβάλλουν και ειδικό φόρο επί των καταθέσεων. Υπενθυμίζουμε ότι ο Σύνδεσμος κατέγραψε εξάλλου με προηγούμενες τοποθετήσεις του τη σημασία που έχει η κερδοφορία των τραπεζών στην ενίσχυση των κεφαλαίων τους λόγω και των γεωπολιτικών εξελίξεων, καθώς όλα τα αδιανέμητα κέρδη προσμετρούνται ως κεφάλαια.
Για στήριξη των δανειοληπτών
Το ΑΚΕΛ εκτιμά πως με την πρότασή του θα υπάρξει πρόσθετα έσοδα 100 εκατ. ευρώ για το 2024 και 2025 τα οποία εισηγείται βάσει του αναθεωρημένου κειμένου της πρότασης να καταλήγουν στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας, μέσω του Τμήματος Φορολογίας.
Σε σχέση με το ύψος της έκτακτης φορολόγησης η πρόταση νόμου προτείνει για τα φορολογικά έτη 2024 και 2025 «να επιβάλλεται και εισπράττεται έκτακτο τέλος αλληλεγγύης πιστωτικών ιδρυμάτων επί της σημειωθείσας, σε σύγκριση με τα έσοδα του φορολογικού έτους 2022 αύξησης των καθαρών εσόδων από τόκους ΑΠΙ, το οποίο ανέρχεται σε ποσοστό ύψους πέντε τοις εκατό (5%) επί των εν λόγω εσόδων».
Το ΑΚΕΛ προτείνει επίσης όπως τα έσοδα που προκύπτουν από την επιβολή και είσπραξη του έκτακτου τέλους αλληλεγγύης πιστωτικών ιδρυμάτων να χρησιμοποιούνται κυρίως για στήριξη δανειοληπτών όπως για παράδειγμα καλύπτοντας το κόστους δανεισμού για υπό σύναψη νέα και υφιστάμενα στεγαστικά δάνεια απόκτησης κύριας κατοικία ή χορηγίες για στήριξη ευάλωτων δανειοληπτών.
Όπως αναφέρεται και στην εισηγητική έκθεση που συνοδεύει την πρόταση, σκοπός της είναι η θέσπιση νομοθεσίας «με την οποία επιβάλλεται έκτακτο τέλος αλληλεγγύης πιστωτικών ιδρυμάτων για τα φορολογικά έτη 2024 και 2025 για την αντιμετώπιση των έκτακτων συνθηκών που έχουν δημιουργηθεί ως αποτέλεσμα της ανόδου του πληθωρισμού κατά την τελευταία τριετία και των συνακόλουθων διαδοχικών αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για αύξηση των επιτοκίων». Πρόσθετα,αναφέρει ο γ.γ. του ΑΚΕΛ, « με την πρόταση νόμου παρέχεται η δυνατότητα χρηματοδότησης Σχεδίων στήριξης δανειοληπτών με πόρους οι οποίοι θα προέρχονται από την επιβολή έκτακτου τέλους επί των απροσδόκητων κερδών των πιστωτικών ιδρυμάτων» καταλήγοντας πως «με τις προτεινόμενες τροποποιήσεις επιδιώκεται η δικαιότερη κατανομή των οικονομικών επιπτώσεων εντός της κοινωνίας, οι οποίες έχουν προκύψει από την άνοδο του πληθωρισμού και την αύξηση των επιτοκίων από το έτος 2022 και εντεύθεν».